Μια προσέγγιση
του Βαγγέλη Γρ. Αθανασίου
Η απάντηση βρίσκεται κάπου στη μέση και απαιτεί πολιτική οξυδέρκεια και δεξιότητα….
Αποτελεί καίριο ερώτημα και σχετίζεται με τις όποιες προσπάθειες, όπως διαβάζουμε στον τύπο, καταβάλλει η κυβέρνηση να διαμορφώσει θετικό επενδυτικό κλίμα στην Ελλάδα σε μια προσπάθεια να μπει ζεστό χρήμα στην ελληνική οικονομία καθότιν ο δανεισμός της χώρας εξυπηρετεί μόνο τις δικές του και μόνο ανάγκες.
Λύση όμως πέρα από τις επενδύσεις θα μπορούσαν να αποτελέσουν οι εξαγωγές και κατά συνέπεια η αύξηση της παραγωγικής δυναμικής της χώρας.
Ήδη πολλοί κλάδοι βλέπουν ως μοναδική διέξοδο της οικονομικής τους δραστηριότητας τις εξαγωγές και στο σημείο αυτό μπαίνει ξανά το ερώτημα πως θα επιτευχθεί η αύξηση της εξαγωγικής δραστηριότητας της χώρας. Εν ολίγοις μόνο με την ιδιωτική πρωτοβουλία ή με συντονισμένες πολιτικές που θα εκπορεύονται από το κράτος;
Για τον Έλληνα ευτυχώς ή δυστυχώς η ανάμειξη του κράτους στην οικονομική δραστηριότητα είναι συνώνυμη της καταστροφής, αλλά πως μπορεί να επιτευχθεί δυναμικό εξαγωγικό κλίμα χωρίς πολιτικές για την ανάπτυξη και την αύξηση της παραγωγικής δραστηριότητας;
Εκ των πραγμάτων το ένα δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς το άλλο. Για τον απλούστατο λόγο ότι η πολιτεία οφείλει να λειτουργεί ως ομπρέλα στις προσπάθειες του ιδιωτικού τομέα, ειδικά αν αυτές οι προσπάθειες στρέφονται στην αναζωγόνηση της ελληνικής οικονομίας.
Οφείλει το κράτος να διευκολύνει την παραγωγική δράση και κάθε προσπάθεια εκπορεύεται από τον ίδιο τον τόπο και την δυναμική του. Οφείλει η πολιτεία να ανοίξει το δρόμο και τις αγορές με πολιτικές συμφωνίες, οφείλει να γνωρίζει την αφετηρία και τον στόχο κάθε επιχειρηματικής κίνησης από τους ίδιους τους επιχειρηματίες είτε αυτοί είναι ιδιώτες, είτε νομικά πρόσωπα.
Με λίγα λόγια ένα κράτος που διυκολύνει τον ιδιώτη και τον απεγκλωβίζει από την παθογένεια του και ένας ιδιώτης που θα τραβάει μπροστά ανακαλύπτοντας ένα νεο περιβάλλον παραγωγικής δράσης και επέκτασης.
Ίσως είναι καιρός να ξαναχτίσουμε τον μύθο του ¨ελληνικού δαιμονίου¨ από την θετική του πλευρά.
Σε αυτό το σημείο να επισημάνουμε ότι στον ξένο τύπο παρουσιάζονται οι Έλληνες ολιγάρχες, εφοπλιστές και επιχειρηματίες ως η μοναδική αιτία του κακού, ως οι μοναδικοί υπαίτιοι της κρίσης. Βέβαια αυτό δεν απαλάσσει τους Έλληνες ολιγάρχες από τις ευθύνες που έχουν καθότιν είναι συνυπαίτιοι και συνδημιουργοί της κρίσης, ωστόσο το ληστρικό διεθνές κεφάλαιο που στην Ελλάδα προφανώς του έχει ανοίξει η όρεξη, ευχαρίστως θα τους αφάνιζε για να ολοκληρώσει με τον δικό του τρόπο την οικονομική λεηλασία της χώρας και τον πρώτο του θρίαμβο επί ευρωπαϊκού εδάφους, αφού θα έχει καταφέρει σε λιγότερο από πέντε χρόνια να διαλύσει μια χώρα μέλος της Ε.Ε επιβάλλοντας όποιους κανόνες θέλει…
Ωστόσο ακόμα δεν έχουμε φτάσει εκεί. Η χώρα έχει τη δυνατότητα να είναι αυτάρκης και να δημιουργήσει και σε τομείς που η ελληνική γη και φύση το επιτρέπει και παραγωγικά πλεονάσματα.
Σε αυτή την προσπάθεια όμως δεν περισσεύει κανείς. Χρειάζονται όλοι ακόμα και αυτοί οι ανεκδιήγητοι ολιγάρχες που με τρόμο διαπιστώνουν ότι υπάρχουν και πιο άπληστα θηρία από αυτούς.
Αυτοί οι ολιγάρχες έχουν τη δυνατότητα με επενδύσεις πάνω στις νέες στοχεύσεις της ελληνικής οικονομία να διαθέσουν ζεστό χρήμα στην αγορά.
Όμως σε αυτό το σημείο πρέπει οι συμφωνίες που θα επικυρωθούν να δώσουν την αίσθηση της δικαιοσύνης ότι από αυτές τις ενέργειες θα βγούμε όλοι κερδισμένοι, ότι οι κανόνες θα ισχύουν το ίδιο για όλους και ότι επενδυτές και εργαζόμενοι και πολιτεία θα ωφεληθούν από την κοινή προσπάθεια ανοίγοντας ορίζοντες και προσφέροντας νέες ευκαιρίες στο σύνολο των πολιτών.
Ζητούμενο λοιπόν δεν είναι αν θα καταργήσουμε τους ντόπιους ολιγάρχες ή αν θα τους αντικαταστήσουμε με ξένα συμφέροντα και ακόμα πιο ισχυρούς αλλά πως θα τους πείσει η ελληνική πολιτική σκηνή να τους κάνει να ¨δουλέψουνε¨ για τον τόπο. Άλλωστε αυτό αποτελεί μέρος της τέχνης να κυβερνάς, αποτελεί μέρος των επιχειρηματικών στρατηγικών αν θέλουμε να υπάρχει η χώρα ξανά ως σημείο αναφοράς της ελληνικής επιχειρηματικότητας και αν οραματιζόμαστε κάποιο μέλλον για τις επερχόμενες γενιές εντός της χώρας και όχι έξω από τα σύνορα αυτής.