«Ξέρεις τα σπίτια πεισμώνουν εύκολα, σαν τα γυμνώσεις », γράφει ο Γιώργος Σεφέρης. Και το παλιό Μαυρονόρος, στις πλαγιές του Κασιδιάρη, ζώντας τη φθορά του χρόνου, ξεγυμνωμένο από φωνές, στέκει εκεί. Μνήμη κι ανάμνηση μαζί…
Τα ερείπια αυτά έχουν φωνή. Τα διώροφα αρχοντόσπιτα, η εκκλησιά, το μεγάλο αλώνι, η βρύση, αφηγούνται το καθένα μια διαφορετική ιστορία.
Μια ιστορία που φτάνει μέσα από τα γκρεμισμένα παράθυρα, τους τοίχους που έχουν μισογκρεμιστεί, τις πόρτες που άφησαν διάπλατα το χρόνο και το φως να κάνουν τα δικά τους παιχνίδια.
Κι η αίσθηση του επισκέπτη είναι ότι εδώ τίποτα δεν έχει πεθάνει. Η ζωή συνεχίζεται με τον τρόπο που εκείνη έχει επιλέξει.
Περπατώντας ανάμεσα στα χαλάσματα το σκηνικό είναι ανεπανάληπτο. Κανένας ποιητής, ούτε ζωγράφος θα μπορούσε να το αποδώσει. Ένα παιχνίδι των αισθήσεων και των χρωμάτων.
Τζάκι εδώ έχει να καπνίσει από το 1964. Τότε κι ο τελευταίος κάτοικος εγκατέλειψε το χωριό για να εγκατασταθεί στο νέο Μαυρονόρος.
Όμως εδώ όλα είχαν ξεκινήσει το 1866, όταν ο τόπος πρωτοκατοικήθηκε και γνώρισε την αρχιτεκτονική των διώροφων πέτρινων αρχοντικών.
Ήταν είκοσι οχτώ οικογένειες που ξεκίνησαν από το χωριό Γλούστα, κεφαλοχώρι της Θεσπρωτίας, που βρίσκεται στο βουνό Σκουπίτσα ή Μαυρονόρος – και σε ανάμνηση έδωσαν στο χωριό τους το όνομα αυτό.
Η ζωή ήταν δύσκολη. Όμως οι Μαυρονορίτες, επειδή ήταν εργατικοί, δημιούργησαν μεγάλες περιούσιες παλεύοντας με τις κακοτράχαλες πλαγιές του Κασιδιάρη και γεμίζοντας αμπέλια την περιοχή που τους παραχώρησε ο Εγιουπ Πασάς.
Έζησαν επιδρομές, κακουχίες, λεηλασίες.
Μέχρι το 1964 όπου το εγκατέλειψαν και μεταφέρθηκαν πιο χαμηλά.
Κι από τότε ένας κύκλος άρχισε να κλείνει. Ότι δημιούργησε ο άνθρωπος πέρασε σταδιακά στη φάση της παραίτησης. Και η πέτρα που κάποτε έχτιζε σπίτια, κυλά αργά στον τόπο που την γέννησε.
Και σ΄ αυτή τη μικρή πορεία θυμίζει ακόμη το μεράκι των ανθρώπων που τη δούλεψαν.
Το Μαυρονόρος αποτελεί σήμερα το νεκρό πέτρινο χωριό της Ηπείρου. Δεν του αξίζει να καταστραφεί. Φυσικά κάποιοι πρέπει να δουλέψουν γι’ αυτό. Να πάνε κόντρα στο χρόνο. Γιατί αξίζει να σωθεί και να προσφέρει αυτό το μοναδικό ταξίδι…
πηγή: epiruspost.gr