Ήθη και έθιμα του Πάσχα στη Θεσπρωτία

Oι προετοιμασίες για τον εορτασμό του Πάσχα στην Ήπειρο ξεκινούσαν πριν την Μ. Εβδομάδα με τον καθαρισμό του σπιτιού και το ασβέστωμα της αυλής .

Το Σάββατο του Λαζάρου οι κάτοικοι των χωριών της Ηπείρου πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι και έλεγαν τα κάλαντα του Λαζάρου, κρατώντας ένα καλάθι, που ήταν στολισμένο με λουλούδια και κουδούνια και ο σπιτονοικοκύρης τους φίλευε με αυγά.

Τη Μεγάλη Πέμπτη, από το πρωί οι γυναίκες ζύμωναν τσουρέκια και έβαφαν τα αυγά. Το πρώτο βαμμένο αυγό που  έβγαζαν από την κατσαρόλα το τοποθετούσαν στο εικονοστάσι και το φύλαγαν εκεί  μέχρι το επόμενο Πάσχα. Το αυγό αυτό ήταν κάτι σαν φυλαχτό για το σπίτι τα χωράφια και τα ζώα. Το αυγό της προηγούμενης χρονιάς θάβονταν στα χωράφια ή στα μαντριά πιστεύοντας ότι έτσι  τα «γεννήματα» της γης ή των ζώων θα είναι πολλά.

Το βράδυ της Ανάστασης οι νοικοκυραίοι γυρνώντας από την εκκλησία και πριν μπουν στο σπίτι σταύρωναν την εξώπορτα με το Άγιο Φως και μετά άναβαν το καντήλι  έτσι ώστε να μπορέσουν να κρατήσουν το Άγιο Φως όλο το χρόνο στο σπίτι.

Πατροπαράδοτο γεύμα της Κυριακής του Πάσχα ήταν το σουβλιστό αρνί. Όμως παραδοσιακή θεωρούταν η γάστρα στην οποία έψηναν το πασχαλινό κρέας. Συνήθιζαν επίσης να φτιάχνουν πολλών ειδών πίτες. Ακόμα ένα παραδοσιακό ηπειρώτικο φαγητό, ήταν η συκωταριά με σπανάκι στη γάστρα το οποίο το έτρωγαν αντί για μαγειρίτσα. Σε πολλά χωριά μαζεύονταν οι χωριανοί στις πλατείες ή στις αλάνες έψηναν, έτρωγαν, έπιναν και γλεντούσαν όλοι μαζί. 

Οι πασχαλινές εθιμικές και λατρευτικές εκδηλώσεις ολοκληρώνονταν την Κυριακή του Πάσχα με τον Εσπερινό της Αγάπης. Στα χωριά που πολιούχος είναι ο Αγ. Γεώργιος συνήθιζαν επίσης, να κάνουν γλέντια τα οποία διαρκούσαν μέχρι την Τρίτη μέρα του Πάσχα.

Το μοναδικό ταφικό έθιμο στο Γηρομέρι

Ενα συγκινητικό έθιμο αναβιωνει κάθε Δευτέρα του Πάσχα στο Γηρομέρι Φιλιατών Θεσπρωτίας. Οργανοπαίχτες μαζεύονται για να παίξουν στους τάφους. Πρόκειται για μοναδικό ταφικό έθιμο στην Ελλάδα, που έχει ρίζες στις αρχές του 18ου αιώνα.

Κάτοικοι και συγγενείς νεκρών, πηγαίνουν μαζί με κλαρίνα, ντέφια, και βιολιά αμέσως μετά τη θεία λειτουργία στον ιερό Ναό της Αγίας Παρασκευής, στο νεκροταφείο πάνω από τους τάφους. Εκεί γίνεται “παραγγελιά” το αγαπημένο τραγούδι του νεκρού όσο ήταν στη ζωή.

Η πομπή θα περάσει από όλα σχεδόν τα μνήματα, ακόμη και σε εκείνα που δε βρίσκεται άμεσος συγγενής. Η ατμόσφαιρα είναι ιδιαίτερα συγκινητική και συγκλονιστική συνάμα. Η σιωπή της κατάνυξης στο χώρο του νεκροταφείου ξαφνικά σπάει με τους ήχους του κλαρίνου σε γνήσια ηπειρώτικα τραγούδια. Οι συγγενείς αναπολούν στιγμές του παρελθόντος «γιορτάζοντας» μαζί με τους δικούς τους τη Λαμπρή.

Στη συνέχεια, όλοι όσοι βρίσκονται στο νεκροταφείο, στήνουν γλέντι με παραδοσιακά τραγούδια έξω απο το νεκροταφείο ,ενώ   το γλέντι  συνεχίζεται πόρτα πόρτα σε όλα τα σπίτια του χωριού.

Στη Σίδερη το γλέντρι της Δευτέρας
H Σίδερη είναι παραδοσιακό χωριό της Θεσπρωτίας. Εκεί τη δεύτερη μέρα του Πάσχα τα «όργανα» δηλαδή συνήθως τρεις μουσικοί με κλαρίνο, βιολί και ντέφι γυρνούν όλο το χωριό, όλα τα σπίτια και τραγουδάνε. Ο κόσμος ακολουθεί και σε κάθε σπίτι στήνουν το χορό και πίνουν κρασί ή τσίπουρο.

Τα έθιμα του Μαυρονόρους
Το Σάββατο του Λαζάρου τα παιδιά έλεγαν τα κάλαντα του Λαζάρου και την Κυριακή των Βαίων τα κάλαντα τών Βαίων.
Τη Μεγάλη Πέμπτη, οι γυναίκες έφτιαχναν κουλουράκια, μικρά ψωμάκια και έβαφαν τα αυγά. Το πρώτο αυγό που έβγαζαν από την χύτρα, το έβαζαν στα εικονίσματα. Ηταν το φυλακτό της οικογένειας μέχρι και το επόμενο Πάσχα. Το αυγό της προηγούμενης χρονιάς το έθαβαν στο Κατώι ή στα χωράφια.
Την Μεγάλη Παρασκευή μετά την λειτουργία, έπαιρναν λουλούδια από τον Επιτάφιο και τα έβαζαν στα εικονίσματα. Θα τα χρησιμοποιούσαν μαζί με το λάδι του καντηλιού στο ξεμάτιασμα ή όταν συνέβαινε κάτι άσχημο για να διώξουν το “κακό”. Τα έκαιγαν και έλεγαν διάφορες ευχές και προσευχές.
Το Μεγάλο Σάββατο τα παιδιά έλεγαν τα κάλαντα του Αγίου Γεωργίου.
Η Ανάσταση δεν γινόταν τα μεσάνυχτα του Μεγάλου Σαββάτου, αλλά τα ξημερώματα της Κυριακής του Πάσχα, στις τέσσερεις (4) η ώρα. Γυρνώντας από την εκκλησία στο σπίτι, σταύρωναν με τον μαύρο καπνό του κεριού, με το Αγιο Φώς, την εξώπορτα και μετά άναβαν το καντήλι.Το Αναστάσιμο γεύμα, της Κυριακής του Πάσχα, μετά από σαράντα ημέρες νηστεία, ήταν ελαφριά τροφή, μία κοτόσουπα.
Την Δευτέρα του Πάσχα τα ξημερώματα, έσφαζαν τα αρνιά. Τα έψηναν στα φουρνάκια. Εφτιαχναν επίσης πίτες και την παραδοσιακή Μαγειρίτσα.

 

Τα κάλαντα του Αη-Γιώργη

Αϊ-Γιώργη, Αϊ-Γώργη αφέντη κι αφέντη καβαλάρη,
αμαρτωμένος με σπαθί και με χρυσό κοντάρι.
Την χάρη και την βουλή σου, που σου αναβάλει.
Ετούτο το άγριο στοιχειό τον δράκο τον μεγάλο
που δεν αφήνει άνθρωπο σταλιά νερό να πάρει.
Ερριξαν τα πολύτια(*), τοτίνος να πέσει
και πέσαν τα πολύτια(*) προς την βασιλοπούλα.
Ο βασιλιάς σαν τ’ άκουσε βαριά του κακοφάνει.
Στολίστε το παιδάκι μου και κάνετέ το νύφη
και στείλτε το στο δράκο γλυκά να την μασήσει.
Ο δράκος όταν έβγαινε όλα τα όρη τρέμαν.
Η κόρη από τον φόβο της αρχίνησε να κλαίει.
Ο Αι- Γιώργης εσηκώθηκε απ’ την Καππαδοκία
και το σπαθί του άρπαξε και μες τα όρη τρέχει.
Και μιά κονταριά του έδωσε το πέρνει μες στο στόμα
και κάνει και ξαπλώνεται πάνω στο μαύρο χώμα.
Ο Αϊ-Γιώργης ανασηκώθηκε και λέει,
Πιάστε και φτιάξτε μιά εκκλησιά με έναν καβαλάρη
αμαρτωμένο με σπαθί και με χρυσό κοντάρι.
(*) Πολύτια = κλήρος, λαχνός