Αλλαγές στις επιδοτήσεις ετοιμάζει το Υπουργείο

agrotikes enisx

Την αλλαγή του συστήματος κατανομής των επιδοτήσεων προκειμένου να αρθούν αδικίες του υφιστάμενου μοντέλου, προαναγγέλλει ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Βαγγέλης Αποστόλου, σε συνέντευξή του στο «Έθνος».

«Έχουμε πολλές φορές το παράδοξο, να επιδοτούμε πλουσιοπάροχα “δήθεν παραγωγούς” ή παραγωγούς “του καναπέ” και να αφήνουμε χωρίς στήριξη άλλους ενεργούς και νέους αγρότες. Αυτούς δηλαδή που πρέπει να ενισχύσουμε κατά κύριο λόγο», τονίζει.

«Την περίοδο αυτή», αναφέρει ο υπουργός, «εξετάζουμε όλες τις δυνατότητες, σε συνεννόηση πάντα με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, για να αλλάξουμε το σύστημα της κατανομής των δικαιωμάτων και να οδηγηθούμε σε άμεση σύγκλιση των ενισχύσεων στο εσωτερικό κάθε κλάδου παραγωγής.

Βεβαίως η αλλαγή του μοντέλου, ενός μοντέλου όπως είπα, άδικου, αντιαναπτυξιακού και αδιαφανούς, δεν θα γίνει απότομα και χωρίς τον αναγκαίο διάλογο γιατί ήδη ο κάθε αγρότης έχει προγραμματίσει τη ζωή του και έχει αναλάβει πιθανές δεσμεύσεις και ρίσκα. Όμως στο τέλος της ημέρας, θα άρουμε τις αδικίες και θα ενισχύουμε τον νέο, ενεργό και δραστήριο αγρότη. Θέλουμε ανάπτυξη και μάλιστα δίκαιη ανάπτυξη στον αγροτικό τομέα».

Για τις αδικίες αυτές, ο κ. Αποστόλου καταλογίζει ευθύνες στην συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, επιλογές της οποίας οδήγησαν σε «μεγάλες στρεβλώσεις αλλά και αδικίες» μεταξύ ομοειδών παραγωγών «λόγω της ανισοκατανομής των δικαιωμάτων και λόγω της διατήρησης των λεγόμενων “ιστορικών δικαιωμάτων”».

Αρνείται ότι τα τελευταία χρόνια ολοένα και περισσότεροι αγρότες εγκαταλείπουν τον πρωτογενή τομέα, καθώς «σε άλλους χώρους οι δυσκολίες στα χρόνια της κρίσης είναι μεγαλύτερες».

«Ο αγροτικός χώρος τα τελευταία χρόνια επέδειξε μεγάλες αντοχές και δυνατότητες. Και το αγροτικό εισόδημα, με βάση τα επίσημα στοιχεία, όχι μόνον άντεξε αλλά είχε και άνοδο εν μέσω κρίσης. Αυτό είναι χαρακτηριστικό», υπογραμμίζει.

Κάνει λόγο, τέλος, για θετικές προοπτικές στην ανασυγκρότηση του αγροτικού χώρου της Ελλάδας, με τους πόρους του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης, συνολικού ύψους περί τα 6 δισ. ευρώ, «υπό την προϋπόθεση ότι θα ξεχάσουμε τις στρεβλώσεις του παρελθόντος και θα υπηρετήσουμε ένα σύγχρονο παραγωγικό μοντέλο αγροτικής ανάπτυξης, με βάση τις ανάγκες και απαιτήσεις των αγορών».