“Το πλεόνασμα που έχει κερδίσει η Γερμανία από τους τόκους των δανείων προς την Ελλάδα, θα μπορούσε τώρα να το προσφέρει για να βοηθήσει τη χώρα”, δήλωσε ο ευρωβουλευτής Γιώργος Χατζημαρκάκης στο Bloomberg.
Ο κ. Χατζημαρκάκης με τη δήλωση αυτή φέρνει ξανά στο προσκήνιο την πρόταση που είχε καταθέσει πριν δύο χρόνια και η οποία όπως φαίνεται αρχίζει να κερδίζει υποστηρικτές και εντός του κόμματος των Φιλελευθέρων της Γερμανίας (FDP).
Ο ευρωβουλευτής επεσήμανε πως η εύκολη λύση για την Ελλάδα αυτή την στιγμή θα ήταν να υπάρξει μια αναδιάρθρωση του χρέους. Όπως συνέβη και στο παρελθόν, όμως στην περίπτωση αυτή το βάρος θα το επωμιστούν, όχι οι ιδιωτικές εταιρίες, αλλά τα κράτη – μελη της δηλαδή ο απλός φορολογούμενος πολίτης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
“Υποστηρίζω πως αυτή την στιγμή είναι απαραίτητο να καλυφθεί το κενό της χρηματοδότησης και ταυτόχρονα να υπάρξει βιωσιμότητα του χρέους. Η απόφαση της επόμενης Δευτέρας είναι πολύ σημαντική, πρέπει να γνωρίζουμε πόσο βιώσιμο είναι το επόμενο βήμα που θα κάνει η Ελλάδα. Πρέπει να δούμε και τις άλλες πτυχές της κρίσης. Η Γερμανία έχει επωφεληθεί από την οικονομική κρίση της Ελλάδας, καθώς έχει κερδίσει τα τελευταία δυόμιση χρόνια περίπου 78-80 δις ευρώ. Τα κέρδη που έχει αποκομίσει η Γερμανία είναι τεράστια”, είπε επισημαίνοντας τη λογική που λειτούργησαν τα επιτόκια.
Ο ευρωβουλευτής ανέφερε πως αυτό το πλεόνασμα που έχει κερδίσει η Γερμανία θα μπορούσε να το προσφέρει στην Ελλάδα ώστε να μπορέσει να ανακάμψει από την κρίση. Ήρθε η στιγμή που η Γερμανία πρέπει να καταλάβει ότι δεν μπορεί να επωφελείται πλέον από την οικονομική κρίση στην Ελλάδα.
Όπως εξήγησε στις δηλώσεις του πρόκειται για την πρόταση που είχε καταθέσει παλαιότερα και σήμερα επανέρχεται από τον κ. J. Koppelin που ειδικεύεται σε θέματα προϋπολογισμού στο FDP και ο οποίος πρότεινε η Γερμανία να χρησιμοποιήσει τα έσοδα που έχει λάβει από τους τόκους των δάνειων προς την Ελλάδα για να βοηθήσει τη χώρα.
Μιλώντας τέλος για την αναγκαιότητα που υπάρχει να υλοποιηθεί η πρόταση επεσήμανε τις κοινωνικές συνέπειες που υπάρχουν σήμερα στην Ελλάδα, υπογραμμίζοντας τις δύσκολες συνθήκες που οδηγούν τους εργαζόμενους στους δρόμους ενώ στο πολιτικό σκηνικό υπάρχουν ανησυχητικά σημάδια από την αύξηση της απήχησης των ακραίων δυνάμεων.