*Του Δημήτρη Χριστοφίδη
Την Τετάρτη 15 Ιουνίου, οι εκπαιδευτικοί της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, καλούνται να ψηφίσουν για την εκλογή εκπροσώπων του Συλλόγου τους, αλλά και της Ομοσπονδίας τους. Στον απόηχο της ελληνικής Pisa, καθώς οι εκπαιδευτικές εκλογές πλησιάζουν και κάνοντας παράλληλα μια αποτίμηση της σχολικής χρονιάς, δημιουργούνται αναπόφευκτοι συνειρμοί για την κατάσταση της Δημόσιας Εκπαίδευσης στην Ελλάδα, σήμερα.
Ήδη, τα τελευταία χρόνια οι εξελίξεις, είναι ραγδαίες. Η πανδημία του covid19 εργαλειοποιήθηκε στο έπακρο, από το Υπουργείο Παιδείας, προκειμένου να εφαρμοστούν και να ψηφιστούν ad hoc διατάξεις όπως: η ισοτιμία των κολεγίων με τα Πανεπιστήμια, η ωρομισθία με τρίμηνες συμβάσεις για τους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς, νέο σύστημα διορισμών, αντί για μόνιμους διορισμούς, η γραφειοκρατία που έχει πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις με αποτέλεσμα ο εκπαιδευτικός να αποσπάται από το παιδαγωγικό του έργο και να ξοδεύει ατελείωτες ώρες στη συμπλήρωση «ηλεκτρονικών φορμών» και εντύπων. Ώρες, που εκτός από την καταπόνηση και την απλήρωτη εργασία, θα μπορούσαν να διατεθούν για την καλύτερη οργάνωση της διδασκαλίας και την αναζήτηση τρόπων υποστήριξης των μαθητών του.
Όσο για τη μεγάλη εικόνα, ο πληθωρισμός καλπάζει και δημιουργεί ασφυκτική πίεση στους εργαζόμενους, παράλληλα καλλιεργείται έντονα το στοιχείο της ανασφάλειας και της αβεβαιότητας στον εργασιακό τομέα με το πρόσχημα της τηλεργασίας και του ευέλικτου ωραρίου, ενώ τα προσωπικά δεδομένα καταστρατηγούνται απροκάλυπτα.
Επίσης, με συνοπτικές διαδικασίες εν μέσω πανδημίας, επιχειρήθηκε να επιβληθεί το σύστημα αξιολόγησης των σχολικών μονάδων και των εκπαιδευτικών, το οποίο συνάντησε την καθολική αντίδραση του κλάδου. Γιατί για ποια αξιολόγηση να μιλήσει κάποιος, σε έναν νομό όπως η Θεσπρωτία, που περισσότερα από τα μισά σχολικά κτήρια είναι παλιά με σοβαρά προβλήματα και χωρίς προδιαγραφές; Ποια εμπιστοσύνη να έχει ο εκπαιδευτικός σε ένα σύστημα το οποίο δεν δείχνει τον ελάχιστο σεβασμό στους ανθρώπους που το στηρίζουν ηρωικά;
Με επικοινωνιακούς τακτικισμούς και τεχνάσματα Δημοσίων Σχέσεων, το Υπουργείο Παιδείας καθιερώνει κλίμα τρομοκρατίας για τους 70.000 εκπαιδευτικούς του κλάδου με διαρκείς ανακοινώσεις στον Τύπο για επιβολή ποινών, απολύσεων κλπ. ενώ καλλιεργεί συνθήκες αντιπαράθεσης και κοινωνικού αυτοματισμού ανάμεσα στις τάξεις των εργαζομένων, αποδομώντας το λειτούργημα των εκπαιδευτικών. Ενός κλάδου που οι έρευνες αποδεικνύουν ότι βρίσκεται ψηλά στην κατάταξη για την επαγγελματική εξουθένωση.
Η οικονομική εξαθλίωση πλήττει τον κλάδο. Πλήθος εκπαιδευτικών είναι υποχρεωμένοι να διανύουν καθημερινά 150-200 χιλιόμετρα για να πάνε στη δουλειά τους, με την ακρίβεια και τα καύσιμα να πετούν στα ύψη. Και αντ’ αυτού, οι κυβερνήσεις, αδυνατούν να τους επιτρέψουν τη δωρεάν διέλευση, έστω και στα διόδια. Όσο για τους 25.000 και πλέον εκπαιδευτικούς, το 1/3 του κλάδου, που είναι συμβασιούχοι αναπληρωτές, ταλαιπωρούνται επί σειρά ετών, με τη βαλίτσα στο χέρι, κάθε Σεπτέμβρη μετακινούμενοι σε άλλο σημείο της Ελλάδας. Οι μειώσεις στο εισόδημά των εκπαιδευτικών την περίοδο των μνημονίων ξεπέρασαν το 40%, χωρίς οι εκπαιδευτικοί, ούτε στιγμή, να σταματήσουν να εργάζονται με αυτοθυσία. Τώρα το κράτος αδυνατεί να τους απαλλάξει έστω και από το ελάχιστο ποσό της εισφοράς αλληλεγγύης. Για τους εκπαιδευτικούς δεν υπάρχουν χρήματα, αλλού, ωστόσο, δίνονται αφειδώς.
Παράλληλα, με επαγγελματικές καμπάνιες, το Υπουργείο Παιδείας, διαφημίζει τα εργαστήρια δεξιοτήτων, «ξαναβαπτίζοντας» έτσι τα διάφορα πρότζεκτ και τις σχολικές δραστηριότητες που ήδη διεξάγονταν ανέκαθεν, με διαφορετική ονομασία, προκειμένου να εγκαινιάσει ένα δήθεν, νέο σχολείο. Γιατί, ούτε εκσυγχρονισμός στα κτήρια και τις υποδομές υπάρχει, ούτε καν επαρκές βοηθητικό προσωπικό, αλλά ελάχιστες καθαρίστριες για ένα τεράστιο έργο υγιεινής και ασφάλειας. Βέβαια αυτό δεν πτοεί την Υπουργό Παιδείας να πραγματοποιεί στοχευμένες περιοδείες-καμπάνιες και να κάνει αναρτήσεις στα social media παίζοντας βόλεϊ με μαθητές και βγάζοντας σέλφι.
Όσο για τους εκπαιδευτικούς, υποχρεώνονται να διδάσκουν σε τμήματα 25 μαθητών στο όνομα μιας δήθεν διαφοροποιημένης διδασκαλίας. Απροκάλυπτα πλέον, γίνεται συντονισμένη προσπάθεια να δημιουργηθούν σχολεία με στόχο μια υποτιθέμενη εξειδίκευση, όπου οι σπουδές και η επαγγελματική απόφαση αργότερα, θα πραγματοποιούνται ερήμην των μαθητών, πέρα των ενδιαφερόντων και των ικανοτήτων αυτών και θα βασίζονται σε μια τυποποιημένη και βιομηχανοποιημένη διαδικασία μάθησης που θα διέπεται από τη χειραγώγηση, τα κοινωνικά και πολιτισμικά στερεότυπα και τα ταξικά εμπόδια.
Η πολυσυζητημένη συμπερίληψη προβλήθηκε ως συγκριτικό πλεονέκτημα της αναδιάρθρωσης του Δημόσιου Σχολείου, εξελίχτηκε όμως σε τραγέλαφο, καθώς φέτος μειώθηκαν στο ελάχιστο οι εκπαιδευτικοί παράλληλης στήριξης και συγχωνεύτηκαν τα τμήματα, γιατί φαίνεται ότι σύμφωνα με το Υπουργείο, η συμπερίληψη δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί, εάν κάθε παιδί με ιδιαιτερότητες και δυσκολίες είχε εξατομικευμένη υποστήριξη.
Τα προγράμματα αγγλικών στα νηπιαγωγεία διαφημίστηκαν ως καινοτόμα, μόνο που το Υπουργείο Παιδείας «ξεχνάει» συστηματικά να αναφέρει τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα νηπιαγωγεία: στις υποδομές, στα πολυπληθή τμήματα, στην έλλειψη πρώιμης εξατομικευμένης παρέμβασης στα νήπια με ιδιαιτερότητες και μαθησιακές δυσκολίες, στον διαρκώς αυξανόμενο όγκο εργασίας για τους νηπιαγωγούς, στην έλλειψη βοηθητικού προσωπικού και στο συνεχώς αυξανόμενο ωράριο, με την περαιτέρω επέκταση αυτού να βρίσκεται προ των πυλών.
Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το Δημόσιο Σχολείο, γιγαντώνονται, σε βάρος όλων αυτών που δεν έχουν άλλη διέξοδο: των μαθητών, των γονέων, των εκπαιδευτικών.
Φαίνεται, ότι περισσότερο από ποτέ, οι εκπαιδευτικοί έχουν ανάγκη να αντιληφθούν τις επικοινωνιακές τακτικές που ακολουθούνται σε βάρος τους προκειμένου να εφαρμοστούν οι πολιτικές των κυβερνήσεων, αλλά και παράλληλα να αναλογιστούν τη σημασία της ενότητας και της αλληλεγγύης προκειμένου να παλέψουν ενάντια σε αυτές τις πολιτικές. Η υπομονή και η ελπίδα έχουν στερέψει για τους εκπαιδευτικούς. Η Παιδεία, μάλλον μοιάζει με αγκάθι για τις κυβερνήσεις, αφού ένας λαός φαίνεται ότι είναι πιο βολικός και πειθήνιος όταν δεν την έχει κατακτήσει.
Τώρα είναι η ώρα για δυναμικούς αγώνες με όραμα και προοπτική για μια άλλη Εκπαίδευση και ένα άλλο Σχολείο με επίκεντρο την κοινωνία και τον άνθρωπο. Ένα σχολείο που «θα μορφώνει και δεν θα εξοντώνει». Χωρίς αυτούς τους αγώνες, καμιά κυβερνητική επιλογή και κανένας αυτόκλητος ή ετερόκλητος σωτήρας δεν πρόκειται να φέρει καλύτερες μέρες στην εκπαίδευση.
*Ο Δημήτρης Χριστοφίδης είναι δάσκαλος και είναι υποψήφιος με το ψηφοδέλτιο «Αγωνιστική Συσπείρωση Εκπαιδευτικών», d.xristofidis@gmail.com