Η ΓΣ του ΤΜΕΥ που συνήλθε στις 16-3-2011, μετά από συζήτηση κατέληξε ομόφωνα στην ακόλουθη ανακοίνωση.
Ανακοίνωση του Τμήματος Μηχανικών Επιστήμης Υλικών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
Το Τμήμα Μηχανικών Επιστήμης Υλικών (ΤΜΕΥ) βρίσκεται στον ενδέκατο χρόνο λειτουργίας του και υπάρχουν ήδη εκατοντάδες αποφοιτήσαντες. Το λυπηρό είναι ότι μετά από δέκα χρόνια λειτουργίας, οι απόφοιτοι του Τμήματός μας δεν έχουν κανένα απολύτως επαγγελματικό δικαίωμα.Επειδή πρόκειται για Τμήμα Μηχανικών, τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων του «περνούν» μέσα από τις διαδικασίες του Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας (ΤΕΕ) ως τον καθ’ ύλη αρμόδιο επαγγελματικό φορέα όλων των Μηχανικών της χώρας. Για το σκοπό αυτό το ΤΜΕΥ ήλθε εγκαίρως σε επαφή με τη κεντρική Διοικούσα Επιτροπή του ΤΕΕ (προεδρία κ. Αλαβάνου) εδώ και επτά περίπου χρόνια και άρχισε ένα κύκλο συζητήσεων με στόχο την εγγραφή των αποφοίτων του Τμήματος στα μητρώα του ΤΕΕ. Το θέμα αυτό απασχόλησε επανειλημμένως τα αρμόδια όργανα και τις επιτροπές του ΤΕΕ, καθώς επίσης και τη Σύνοδο Πρυτάνεων Πολυτεχνείων και Κοσμητόρων Πολυτεχνικών Σχολών της 10ης Δεκεμβρίου 2009. Μετά από ένα μεγάλο κύκλο συζητήσεων, υποδείξεων και επαφών διαφάνηκε μια σύγκλιση που αποτυπώθηκε τόσο στην παραπάνω σύνοδο των Πρυτάνεων και Κοσμητόρων όσο και στην εισήγηση της Μόνιμης Επιτροπής Παιδείας του ΤΕΕ που προβλέπει την «άμεση ένταξη των αποφοίτων του ΤΜΕΥ στην βασική ειδικότητα του Χημικού Μηχανικού και την κατοχύρωση επαγγελματικών δικαιωμάτων στον τομέα των υλικών».
Στο μεταξύ, μετά τις περσινές εκλογές του ΤΕΕ, προέκυψε μια καινούρια Διοίκηση του ΤΕΕ (προεδρία κ. Σπίρτζη) που από την αρχή έδειξε τις αρνητικές διαθέσεις της έναντι του Τμήματός μας. Μ’ όλα ταύτα, μετά από μια σειρά παρεμβάσεων και διαπραγματεύσεων το Τμήμα μας ήλθε σε συμφωνία με τον κ. Σπίρτζη η οποία προέβλεπε την αποδοχή από μέρους μας της μετονομασίας (για δεύτερη φορά) του Τμήματος σε «Τμήμα Χημικών Μηχανικών και Μηχανικών Υλικών» έναντι της άμεσης ένταξης των υπαρχόντων αποφοίτων μας καθώς και των διπλωματούχων που θα προκύψουν μέχρι να υλοποιηθεί η μετονομασία. Η συμφωνία αυτή επιτεύχθηκε με την παρουσία και τη συμβολή της Διοίκησης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων (κκ Τρ. Αλμπάνης και Ι. Λαγαρής) καθώς και της Διοίκησης του Περιφερειακού Τμήματος Ηπείρου του ΤΕΕ (κκ Γ. Ρεκατσίνας και Χρ. Παπαβρανούσης).
Δυστυχώς σε μια επίδειξη συντεχνιακού κυνισμού ο Πρόεδρος του ΤΕΕ αθέτησε τις δεσμεύσεις του και εισηγήθηκε διαφορετικά προς την Διοικούσα Επιτροπή του ΤΕΕ, η οποία τελικώς αποφάσισε ότι η ένταξη των αποφοίτων μας θα γίνει εφόσον (όταν και αν) το Τμήμα μετονομαστεί σε «Τμήμα Χημικών Μηχανικών».
Μετά από αυτό το ζήτημα των επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων του Τμήματός μας έχει περιέλθει σε πλήρες αδιέξοδο. Είναι γνωστό ότι το ΤΕΕ, μολονότι το ίδιο δεν παρέχει επαγγελματικά δικαιώματα, διαπραγματεύεται με την Κυβέρνηση τα επαγγελματικά δικαιώματα όλων των μηχανικών ανεξαρτήτως ειδικότητας και επιπλέον παρέχει την άδεια άσκησης επαγγέλματος. Επομένως η κατηγορηματικά αρνητική στάση της παρούσας ηγεσίας του ΤΕΕ στην ένταξη των αποφοίτων του Τμήματός μας στα μητρώα του ΤΕΕ ουσιαστικά μπλοκάρει την οποιαδήποτε περαιτέρω συζήτηση περί επαγγελματικών δικαιωμάτων. Πρακτικά αυτό ισοδυναμεί με veto στην απονομή οποιουδήποτε επαγγελματικού δικαιώματος στους αποφοίτους μας.
Μ’ αυτές τις ενέργειες, γίνεται φανερό ότι ο Πρόεδρος και η κεντρική Διοίκηση ΤΕΕ υπερβαίνουν τις εκ του νόμου καθορισμένες αρμοδιότητες τους. Ουσιαστικά, «αποφασίζεται» ποια τμήματα μηχανικών θα έχουν επαγγελματικά δικαιώματα με ένα είδος ιδιότυπης «αναγνώρισης από το ΤΕΕ». Ο ρόλος του παρόχου άδειας άσκησης επαγγέλματος, μετατρέπεται αυθαίρετα σε ρόλο αξιολογητή πανεπιστημιακών τμημάτων και ακόμη χειρότερα σε ρόλο σχεδιαστή της αναπτυξιακής πολιτικής των ελληνικών πανεπιστημίων. Από θεσμική άποψη, είναι ισοδύναμο με το να αποφασίσει ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος ότι δεν αναγνωρίζει και δεν παρέχει άδεια άσκησης επαγγέλματος στους αποφοίτους του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, επειδή υπάρχει μεγάλος αριθμός υπηρετούντων γιατρών ή επειδή δεν συμφωνεί με το πρόγραμμα σπουδών ή την σύνθεση του προσωπικού ή την ερευνητική κατεύθυνση της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.
Πέρα από την συντεχνιακή πολιτική του ΤΕΕ, αξίζει να σημειώσουμε τον τρόπο άσκησης αυτής της πολιτικής από την πλευρά της παρούσης ηγεσίας του ΤΕΕ. Αθέτηση συμφωνιών, ανακολουθία στις απόψεις και συνεχής αλλαγή στις θέσεις, έλλειψη συνέχειας στις διαδοχικές διοικήσεις, ηθελημένη παρελκυστική τακτική επιστρατεύονται ως μέθοδοι για να επιτευχθεί ο όποιος σκοπός. Επίσης, αποκαλύπτεται η περιφρόνηση με την οποία ο Πρόεδρος του ΤΕΕ αντιμετωπίζει τόσο την ηγεσία του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων όσο και τη Διοίκηση του Περιφερειακού Τμήματος του Τεχνικού Επιμελητηρίου. Ταυτόχρονα διαφαίνεται η καχυποψία, αν όχι ανοιχτή εχθρότητα, με την οποία η παρούσα Διοίκηση του ΤΕΕ αντιμετωπίζει το αίτημα του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων για την ίδρυση Πολυτεχνικής Σχολής στα Γιάννινα.
Όλα αυτά μολονότι ταιριάζουν απόλυτα στο σημερινό γκρίζο τοπίο της βαθειάς κρίσης αξιών και θεσμών της ελληνικής κοινωνίας, προκαλούν απογοήτευση επειδή σχετίζονται με έναν επαγγελματικό και επιστημονικό φορέα στον οποίο συμμετέχουν δεκάδες χιλιάδες μηχανικοί και που αναμφισβήτητα συνεισφέρει εδώ και δεκαετίες στην οικονομική, τεχνολογική και θεσμική ανάπτυξη της χώρας.
Η ΓΣ του ΤΜΕΥ αφού εξέτασε την κατάσταση που διαμορφώθηκε, διαπίστωσε ότι δεν υπάρχει κοινή βάση διαλόγου και δεν αποδέχεται περαιτέρω συζήτηση με τη ΔΕ του ΤΕΕ. Επιπλέον, αποφάσισε να διεκδικήσει επαγγελματικά δικαιώματα Μηχανικού Υλικών για τους αποφοίτους του απευθείας από την Κυβέρνηση παρακάμπτοντας το θεσμικό πλαίσιο του ΤΕΕ. Σ’ αυτή την κατεύθυνση, ζητά την άμεση και ουσιαστική συμπαράσταση της πανεπιστημιακής κοινότητας, της Διοίκησης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, του Περιφερειακού Τμήματος Ηπείρου του ΤΕΕ καθώς και των φορέων της πόλης των Ιωαννίνων και της ευρύτερης περιοχής.
Ιωάννινα, 16 Μαρτίου 2011