Τα προβλήματα που αφορούν τους Φορείς Διαχείρισης των Εθνικών Δρυμών ή άλλων προστατευόμενων περιοχών της Ηπείρου, που είχαν σαν κοινή συνισταμένη την έλλειψη ενδιαφέροντος ενίσχυσής τους από το υπουργείο Περιβάλλοντος, απασχόλησαν την κοινή συνέντευξη τύπου που έδωσαν οι πέντε πρόεδροι των φορέων αυτών, στα πλαίσια του εορτασμού της παγκόσμιας ημέρας περιβάλλοντος.Τα κυριότερα, σύμφωνα με όλους τους προέδρους αφορούν την έλλειψη προσωπικού, την πενιχρή χρηματοδότηση και τις κτιριακές εγκαταστάσεις, ενώ υπάρχουν κι άλλα που έχουν να κάνουν με την προστασία της χλωρίδας και της πανίδας και διαφέρουν από περιοχή σε περιοχή.
Σε συνέντευξη τύπου που δόθηκε χθες, οι πρόεδροι των πέντε Φορέων Διαχείρισης της Ηπείρου (Καλαμά-Αχέροντα, Βίκου-Αώου, Αμβρακικού, Λίμνης Παμβώτιδας και Τζουμέρκων), εξέφρασαν τα παράπονά τους για την αδιαφορία που δείχνει το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής, ενώ έκαναν κι έναν μικρό απολογισμό των πεπραγμένων τους όσο διάστημα βρίσκονται στο τιμόνι των Φορέων αυτών. Αυτό που προτάχθηκε πριν κάθε πρόεδρος αναφερθεί στα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο δικός του Φορέας, ήταν η προσπάθεια που έχει γίνει και από τους πέντε, ώστε να δημιουργηθεί μια κοινή «ομάδα» που θα συντονίζει τις ενέργειες τους και θα απευθύνεται συνολικά στους αρμόδιους.Έτσι αποφασίστηκε κάθε φορέας να εκπροσωπείται στο άτυπο Διοικητικό Συμβούλιο αυτού του δικτύου, όπως το ονόμασαν, από τον πρόεδρό του.
Ο κ. Θεόδωρος Κομνηνός, πρόεδρος του Φορέα Διαχείρισης Αχέροντα- Καλαμά, αναφέρθηκε στα γενικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σχεδόν όλοι οι Φορείς στη χώρας και σίγουρα αυτοί της Ηπείρου, όπως είναι η ελλιπής χρηματοδότηση, γεγονός που οφείλεται στο ότι οι Φορείς αυτοί δεν είναι ενταγμένοι στον κρατικό προϋπολογισμό και λειτουργούν κυρίως με πόρους από κοινοτικά προγράμματα, κάτι που δυσκολεύει την εύρυθμη λειτουργίας τους, αφού αυτά δεν πολλές φορές δεν είναι συνεχόμενα.Ένα ακόμα πρόβλημα, που έθιξε ο κ. Κομνηνός, είναι αυτό του προσωπικού, το οποίο δεν είναι μόνιμο και στις περισσότερες περιπτώσεις όχι αρκετό για να καλύψει τις ανάγκες που υπάρχουν, τόσο επιστημονικά όσο και διοικητικά.«Αγκάθι», αποτελεί ακόμα και το γεγονός ότι ελάχιστοι Φορείς Διαχείρισης είναι ιδρυμένοι με Προεδρικά Διατάγματα, αφού οι περισσότεροι λειτουργούν ύστερα από Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις, κάτι που τους κάνει ευάλωτους σε τυχόν καταγγελίες.«Είναι λυπηρό να γιορτάζουμε την Ημέρα του Περιβάλλοντος και οι Φορείς να μη λειτουργούν σωστά. Εγώ προσωπικά δεν έχω τίποτα να γιορτάσω. Αν δεν ασχοληθεί σοβαρά το ΥΠΕΚΑ δεν έχουμε να περιμένουμε τίποτα», είπε ο κ Κομνηνός.
Ο πρόεδρος του Φορέα Διαχείρισης Αμβρακικού, Τριαντάφυλλος Αλμπάνης, παίρνοντας το λόγο, αφού συμφώνησε ότι τα προβλήματα που αναφέρθηκαν από τον κ. Κομνηνό, είναι υπαρκτά και σε ότι τον αφορά, στάθηκε σε περισσότερο περιβαλλοντικά ζητήματα που απασχολούν το οικοσύστημα γύρω από τον Αμβρακικό.Τόνισε λοιπόν, πως η υπέρμετρη ρύπανσή του κυρίως από την κτηνοτροφία, τα αστικά, βιομηχανικά και γεωργικά λήμματα, έχουν προκαλέσει, σύμφωνα και μελέτες που έχουν γίνει από το πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, την σχεδόν παντελή απουσία του οξυγόνου σε βάθος κάτω των είκοσι μέτρων, ειδικά στο νότιο τμήμα του κόλπου κοντά στο Μενίδι.Αυτό το γεγονός δεν εμφανίζεται τόσο έντονο στο άλλο μισό του κόλπου, όπου υπάρχει μια καλύτερη οξυγόνωση και πάλι όμως όχι όλες τις περιόδους του χρόνου.Ο κ. Αλμπάνης αναφέρθηκε και στην πανίδα της προστατευόμενης περιοχής, στην οποία ζουν αρκετά υπό εξαφάνιση είδη, συνδέοντας τη με την απουσία αρκετού αριθμού φυλάκων.Όπως είναι γνωστό τα φαινόμενα λαθροθηρίας και λαθραλιείας στον Αμβρακικό είναι συχνά κι αυτό εν μέρει οφείλεται και στην ελλιπή φύλαξη της περιοχής, αφού ο Φορέας διαθέτει μονάχα 7 φύλακες για να προστατέψει μια περιοχή που εκτείνεται σε τρεις νομούς.«Ζητήσαμε συνάντηση με τα υπουργεία Περιβάλλοντος και Προστασίας του Πολίτη για άμεσο συντονισμό και δράσεις, γιατί αλλιώς το πρόβλημα δε λύνεται», είπε κλείνοντας ο κ. Αλμπάνης.
Τα πιο σημαντικά προβλήματα πάντως φαίνεται ότι αντιμετωπίζει ο Φορέας Διαχείρισης Τζουμέρκων, αφού σύμφωνα με τον πρόεδρό του, η παντελής έλλειψη προσωπικού φρέναρε αρκετές υποθέσεις.Οι δώδεκα θέσεις που προκηρύχτηκαν πριν από σχεδόν ένα χρόνο, πληρώθηκαν μόλις πριν τρεις μήνες, αφού η ολοκλήρωση της διαδικασίας, του διαγωνισμού δηλαδή και των ενστάσεων αποδείχτηκε χρονοβόρα.Αποτέλεσμα αυτής της καθυστέρησης ήταν ο Φορέας να μην μπορέσει να λάβει τη Διαχειριστική Επάρκεια τύπου Β’ που χρειαζόταν αλλά και να μην έχει λάβει και τεχνικό δελτίο, αφού η ύπαρξη προσωπικού ήταν και για τις δύο αυτές διαδικασίες, απαραίτητη.
Από την πλευρά του ο Στέργιος Βέργος, πρόεδρος του Φορέα Διαχείρισης Βίκου Αώου, έκανε ένα απολογισμό των πεπραγμένων του, τονίζοντας πάντως κι αυτός ότι οι για την πληρέστερη λειτουργία των Φορέων, απαιτούνται επαρκείς κατευθύνσεις από την ηγεσία του ΥΠΕΚΑ, οι οποίες όμως δεν υπάρχουν.Ο κ. Βέργος ανακοίνωσε επίσης και επίσημα ότι έχει ήδη ξεκινήσει τις διαδικασίες μεταφοράς της έδρας του Φορέα, από τους Ασπραγγέλους όπου βρίσκεται τώρα, στην πόλη των Γρεβενών, όπου είναι και η κανονική έδρα του Φορέα σύμφωνα με την ΚΥΑ με την οποία είχε ιδρυθεί.Αυτή είχε μεταφερθεί προσωρινά στο νομό Ιωαννίνων, λόγο έλλειψης κατάλληλων κτιριακών υποδομών, οι οποίες όπως φαίνεται βρέθηκαν κι έτσι αναμένεται η μετεγκατάστασή του.
Τέλος ο πρόεδρος του Φορέα Διαχείρισης της Λίμνης Παμβώτιδας, Πέτρος Τσουμάνης, ο οποίος έκλεισε την χθεσινή συνέντευξη, έκανε λόγο για αδυναμία του κράτους να στηρίξει τους Φορείς Διαχείρισης, διερωτώμενος, αν τελικά αυτοί υπάρχουν επειδή το κράτος θεωρεί ότι προσφέρουν κάποιο έργο ή απλά επειδή είναι μια κοινοτική οδηγία που πρέπει να εφαρμοστεί.Παράλληλα αναφερόμενος στα της Παμβώτιδας και του λεκανοπεδίου, ο κ. Τσουμάνης, τόνισε πως τα εγκλήματα που έχουν γίνει σε βάρος του οικοσυστήματος είναι τεράστια και θα κληθούν να τα πληρώσουν οι επόμενες γενιές.Η αλόγιστη οικιστική ανάπτυξη που έγινε χωρίς περιβαλλοντικούς όρους και οι απερίσκεπτες, όπως τις χαρακτήρισε αναπτυξιακές ενέργειες θα οδηγήσουν τα επόμενα χρόνια τους υπεύθυνους να δαπανήσουν τεράστια ποσά για να επαναφέρουν όσο μπορούν το οικοσύστημα σε ικανοποιητικά επίπεδα, που σίγουρα δε θα φτάνουν σε καμία περίπτωση αυτά άλλων ετών.