Η πραγματοποίηση Πανηπειρωτικού συλλαλητηρίου στις 12 Ιούλη στις 8 μ.μ. στο Εργατικό Κέντρο Ν. Ιωαννίνων, αποφασίστηκε στη διάρκεια σύσκεψης που έγινε στις 20 Ιούνη, την οποία κάλεσε το Εργατικό Κέντρο, για την εξόρυξη του πετρελαίου, τα εργοστάσια βιομάζας, τις ανεμογεννήτριες και κάθε άλλου είδους μορφή Ενέργειας, που αποδίδει κέρδη για το μεγάλο κεφάλαιο και φτώχεια και δυστυχία για το λαό.
Στη σύσκεψη μετά από πρόσκληση συμμετείχαν και εκπρόσωποι των Εργατικών Κέντρων Άρτας και Θεσπρωτίας καθώς και εκπρόσωπος της Ομοσπονδίας Αγροτικών Συλλόγων Άρτας.
Την κεντρική εισήγηση έκανε ο Κώστας Ηλίας, μέλος της διοίκησης του ΕΚΙ (ολόκληρη στο συνημμένο).
Η διοίκηση του Εργατικού Κέντρου Ιωαννίνων πήρε την πρωτοβουλία να συγκαλέσει την σύσκεψη, έχοντας υπόψη πως η ανακοίνωση υλοποίησης μιας σειράς επενδυτικών σχεδίων, δημιουργούν αρνητικές επιπτώσεις για τους εργαζόμενους και συνολικά για το φτωχόκοσμο του τόπου μας.
Στη σύσκεψη αναφέρθηκε ότι οι αντιδράσεις που αναπτύχθηκαν το τελευταίο διάστημα στην περιοχή έχουν αντικειμενική βάση και σε καμιά περίπτωση δεν είναι αποτέλεσμα λειψής ενημέρωσης από τους αρμόδιους φορείς ή αποτέλεσμα παραπληροφόρησης.
Το Εργατικό Κέντρο έχει υποχρέωση να τοποθετηθεί δημόσια και υπεύθυνα μπροστά σε αυτές τις εξελίξεις συμβάλλοντας στο μέτρο του δυνατού τόσο στην αποκάλυψη της αλήθειας όσο και κυρίως στην ανάγκη συντονισμού και μαζικοποίησης των λαϊκών αντιδράσεων με κριτήριο τα συλλογικά συμφέροντα της εργατικής τάξης, του λαού συνολικά.
Αναφορά έγινε στο «μύθο της δίκαιης ανάπτυξης», δηλαδή στις υποσχέσεις ότι η προσέλκυση μεγάλων ιδιωτικών επενδύσεων, η αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης της καπιταλιστικής οικονομίας, θα ανοίξει το δρόμο που οδηγεί στην λαϊκή ευημερία. Τίποτα από όλα αυτά όμως δεν είναι αλήθεια. Απόδειξη η ίδια μας η πείρα από την παρουσία και δράση των μεγάλων βιομηχανιών τροφίμων του νομού μας οι οποίες έχουν ξεπεράσει κάθε ιστορικό προηγούμενο κερδοφορίας, αλλά φυσικά ο πλούτος δεν μοιράζεται στους εργαζόμενους και τους φτοχωμεσαίους παραγωγούς, που τον δημιούργησαν, ούτε πρόκειται ποτέ να γίνει αυτό όσο λειτουργεί ο νόμος του καπιταλιστικού κέρδους.
Κοινή συνισταμένη των επενδυτικών σχεδίων στην περιοχή είναι η πολιτική της «απελευθέρωσης της Ενέργειας», δηλαδή, η πλήρης ιδιωτικοποίηση της παραγωγής και διαχείρισης της ηλεκτρικής ενέργειας και των κάθε είδους καυσίμων για τις μεταφορές, αλλά και παράλληλα η μείωση της εξάρτησης από τις εισαγωγές πετρελαίου. Αυτός είναι ο κεντρικός στόχος των ευρωπαϊκών μονοπωλίων και των «θεσμών» τους στο πρόγραμμα «Ευρώπη 2014 – 2020».
Στην Ελλάδα, ο στόχος αυτός προωθείται τόσο με την παραπέρα ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ (και την πώληση των υδροηλεκτρικών σταθμών που τέτοιοι υπάρχουν και στην περιοχή μας) όσο και με την εξαρχής ανάθεση της παραγωγής και διαχείρισης Ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας σε ιδιωτικές επιχειρήσεις, διαφόρων μεγεθών οι οποίες μετά τα πρώτα πειραματικά στάδια της παραγωγής, με τη διάχυση του επιχειρηματικού ρίσκου στους μικρούς (π.χ. φωτοβολταϊκά), παίρνει το δρόμο της συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης κεφαλαίων σε λίγα χέρια.
Για τους υδρογονάνθρακες: Η προώθηση των συγκεκριμένων επενδυτικών σχεδίων δεν θα παρέχει φθηνά καύσιμα για τη λαϊκή οικογένεια. Η κυβέρνηση περικόπτει κατά 50% τις κρατικές δαπάνες για το επίδομα θέρμανσης και οι εγχώριοι όμιλοι διύλισης βρίσκονται σε σταθερή πορεία κερδοφορίας τα τελευταία χρόνια. Είναι φανερό ποιοι κερδίζουν σε βάρος ποιων, από τη δυναμική ανάπτυξη του κλάδου της Ενέργειας. Την ίδια στιγμή η παραγόμενη Ενέργεια από ΑΠΕ, είναι κοστοβόρα για το κεφάλαιο. Τα λαϊκά νοικοκυριά και οι λαϊκές οικογένειες ήδη υποχρεώνονται να πληρώνουν τις επενδύσεις των επιχειρηματιών στις ΑΠΕ, μέσω από το «πράσινο τέλος» στους λογαριασμούς της ΔΕΗ.
Τα εγχώρια κοιτάσματα θα κλαπούν οριστικά και αμετάκλητα. Η δυνατότητα εξόρυξης των κοιτασμάτων δεν είναι απεριόριστη. Δεν πρόκειται για ΑΠΕ. Χάνεται για τις επόμενες γενιές.
Σε σχέση με τα κρατικά έσοδα από τη φορολογία των μελλοντικών κερδών αναφέρθηκε η αδυναμία ουσιαστικού κρατικού ελέγχου, αλλά και οι δυνατότητες των πολυεθνικών να φοροαπαλλάσσονται μέσω των offshore, αλλά και με νόμιμες ρυθμίσεις. Άλλωστε από τα όποια κρατικά φορολογικά έσοδα, η μερίδα του λέοντος αξιοποιείται τελικά για την άμεση ή έμμεση στήριξη των εγχώριων μονοπωλιακών ομίλων και όχι για την αναβάθμιση της ικανοποίησης των κοινωνικών αναγκών.
Όσον αφορά τις θέσεις εργασίας αναφέρθηκε ότι οι εργαζόμενοι στις εταιρείες εξόρυξης στην περιοχή προσλαμβάνονται μέσω δουλεμπορικού γραφείου, με ατομικές συμβάσεις στο ύψος του βασικού μισθού και με την απαίτηση οι ίδιοι οι δασεργάτες να αναλαμβάνουν το κόστος του εξοπλισμού τους και να ασκούνται πιέσεις να αναλάβουν οι εργαζόμενοι τμήμα ή και το συνολικό κόστος της μεταφοράς τους στο χώρο εργασίας ακόμη και αν αυτός απέχει μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα από τον τόπο κατοικίας τους.
Για την προστασία της Δημόσιας Υγείας και του περιβάλλοντος: Καμιά εμπιστοσύνη δεν μπορεί επίσης να υπάρξει στις διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης. Ενδεικτική των περιβαλλοντικών «ευαισθησιών» είναι η απόφαση της αποκεντρωμένης Διοίκησης Ηπείρου – Δυτικής Μακεδονίας που δίνει «λευκό χαρτί» στην εταιρεία που κάνει τις έρευνες στην Ήπειρο «για τη ρύθμιση υλοτομίας, κλάδευσης ή εκρίζωσης παντός δέντρου, θάμνου ή φρύγανου που φύεται εντός δασικού χαρακτήρα εκτάσεων και γεωργικώς ή δενδροκομικώς καλλιεργούμενων, ανεξάρτητα από το ιδιοκτησιακό τους καθεστώς …στα διοικητικά όρια κάθε Τοπικής Κοινότητας των Δήμων Δωδώνης, Ζίτσας, Πωγωνίου, Ζαγορίου και Ιωαννίνων…».
Ανησυχία όμως υπάρχει και για την πληρότητα των Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, των σχεδίων περιβαλλοντικής παρακολούθησης, πρόληψης και περιορισμού των συνεπειών των πιθανών ατυχημάτων. Άλλωστε η ύπαρξη νομοθετικού πλαισίου και σύγχρονης τεχνογνωσίας των ομίλων δεν εμπόδισε την εκδήλωση ατυχημάτων μεγάλης έκτασης διεθνώς σαν αυτά που έγιναν στον Κόλπο του Μεξικού το 2010, στη Βόρεια Θάλασσα το 1998, στις ακτές της Γαλλίας, της Βρετανίας, της Νότιας Κορέας και της Ισπανίας τις 3 τελευταίες δεκαετίες.
Για τη χερσαία περιοχή της Ηπείρου με το ορεινό ανάγλυφο, την αφθονία επιφανειακών υδάτων, τα πλούσια δάση, τη μοναδική χλωρίδα και πανίδα, τους υδροβιότοπους και τα οικοσυστήματα μεγάλης αξίας, στην οποία αναπτύσσεται πλέον σημαντική τουριστική και αλιευτική δραστηριότητα, υδατοκαλλιέργειες και βαραίνει η ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά, εδώ οι περιβαλλοντικές πιέσεις ξεκινούν ήδη απ΄ τις προβλεπόμενες σεισμικές έρευνες, τις διαδοχικές πολλαπλές γεωτρήσεις, την κατασκευή εγκαταστάσεων, τη διαπλάτυνση και διάνοιξη νέων δρόμων, τις τοπικές επεμβάσεις αποψίλωσης της βλάστησης.
Παράλληλα η έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων στην περιοχή μας εντάσσεται στο σκληρό ανταγωνισμό καπιταλιστικών χωρών και ιμπεριαλιστικών οργανισμών για τον ενεργειακό και ευρύτερο έλεγχο των αγορών της περιοχής. Η κυβέρνηση υψώνει τη σημαία της γεωπολιτικής αναβάθμισης και παίζει με τη φωτιά σε μια περίοδο που αυξάνεται ο κίνδυνος διαμελισμού κρατών και στα Βαλκάνια επαναχάραξης συνόρων, γενίκευσης των πολεμικών αναμετρήσεων. Υπογράφει συμβάσεις παραχώρησης χωρίς να προχωρά η διαδικασία ανακήρυξης και οριοθέτησης της ελληνικής ΑΟΖ (π.χ. στην περιοχή μας με την Αλβανία). Ενώ δεν είναι τυχαίο ότι συνεχώς επανέρχεται από την πλευρά της Αλβανίας το θέμα των «Τσάμηδων». Οι δρόμοι του πετρελαίου είναι βαμμένοι με το αίμα των λαών.
Για το βιοαέριο: Eίναι θέμα που έχει οικονομικό ενδιαφέρον για το κεφάλαιο. Για τον αγροτικό χώρο, ιδιαίτερα στην Ήπειρο, έχει μεγάλη σημασία η επεξεργασία του υπολείμματος είτε κτηνοτροφικής είτε πτηνοτροφικής προέλευσης. Τεχνικές και τεχνολογίες που αυξάνουν την ενεργειακή απόδοση, περιορίζοντας αποτελεσματικά τη ρύπανση και τον όγκο των υπολειμμάτων, έχουν αναπτυχθεί αρκετές τα τελευταία χρόνια. Την εφαρμογή τους όμως καθόλου δεν μπορεί να την εγγυηθεί ούτε ο κάθε επιχειρηματίας ούτε το καπιταλιστικό κράτος, παρά την υποτιθέμενη αυστηρότητα των όρων περιβαλλοντικής αδειοδότησης. Η αντίληψη που κυριαρχεί κατά την αδειοδότηση είναι ότι «πρέπει να βλέπουμε ευνοϊκά τις επενδύσεις» και είναι ανύπαρκτοι οι έλεγχοι μετά την αδειοδότηση. Επιβεβαίωση των παραπάνω είναι η κατασκευή 5 μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σε απόσταση αναπνοής από τα 4 πιο πυκνοκατοικημένα χωριά του Δήμου Ζίτσας, περιέχοντας τον κίνδυνο για αυξημένους κινδύνους για την υγεία των κατοίκων της περιοχής. Αυτές οι εγκαταστάσεις μας βρίσκουν κάθετα αντίθετους.
Για το αιολικό πάρκο στον Κασιδιάρη: Πρόκειται για ακόμη ένα επενδυτικό σχέδιο προώθησης των λεγόμενων ΑΠΕ για το οποίο η εταιρεία θα μισθώσει αρχικά για 20 χρόνια με δικαίωμα επέκτασης για άλλα 30 δασική έκταση συνολικής επιφάνειας περίπου 4.500 στρεμμάτων, η οποία έτσι αλλάζει χρήση προς όφελος των κερδών του επιχειρηματικού ομίλου.
Η πείρα από ανάλογου τύπου επενδύσεις στην υπόλοιπη χώρα (π.χ. Νότια Εύβοια) αναδεικνύουν την εκτεταμένη κατάληψη δασικής γης για τη διάνοιξη δρόμων μεγάλου πλάτους με κινδύνους κατολισθήσεων καθώς και τους κινδύνους για τα υπόγεια και τα επιφανειακά ύδατα από τα νέα μπαζώματα και τις εκσκαφές. Ενισχύονται οι κίνδυνοι πυρκαγιών από τον ελλιπή καθαρισμό πυλώνων. Ενισχύονται οι ανησυχίες για τις επιπτώσεις στη Δημόσια Υγεία από τη μεγάλη αύξηση των υποδομών εναέριας μεταφοράς ρεύματος στην περιοχή και για τα «κουφάρια» των ανεμογεννητριών που εγκαταλείπουν οι εταιρείες όταν κρίνουν ασύμφορη την αντικατάστασή τους.
Ενέργεια για τις λαϊκές ανάγκες: Η δική μας άποψη στο θέμα ξεκινά από τη θέση ότι ο πραγματικός αντίπαλός μας δεν είναι, ούτε μπορεί να είναι οι εγχώριες ενεργειακές πηγές κάθε είδους. Ο πραγματικός αντίπαλος είναι οι μονοπωλιακοί όμιλοι που τις κατέχουν και τις αξιοποιούν, με γνώμονα το κέρδος τους, σε βάρος των λαϊκών αναγκών. Το εργατικό – λαϊκό κίνημα πρέπει από σήμερα να παλεύει να επιβάλει την παρεμπόδιση κάθε «απελευθέρωσης» και ιδιωτικοποίησης στον τομέα της Ενέργειας.
Μας απασχολούν και μας ενδιαφέρουν όλα τα επιστημονικά και τεχνικά ζητήματα, που αφορούν στην επίδραση ενιαία στον άνθρωπο και το περιβάλλον. Δεν υποτιμάμε, ούτε δαιμονοποιούμε αυθαίρετα τους κινδύνους. Όμως έχουμε ξεκάθαρο ότι το ζήτημα του σχεδιασμού και της πολιτικής Ενέργειας στην περιοχή και στη χώρα δεν είναι τεχνοκρατικό ζήτημα αλλά είναι πολιτικό. Το ποιες, πώς, πότε, και προς όφελος ποιανού θα αξιοποιηθούν οι ενεργειακές πηγές της περιοχής εξαρτάται από το ιδιοκτησιακό καθεστώς. Αυτό καθορίζει σε τελική ανάλυση όλες τις επιλογές και τα κριτήρια από την παραγωγή ως τη διάθεση και την κατανάλωση όλων των μορφών Ενέργειας.
Όσο λοιπόν αυτά ανήκουν στα χέρια του κεφαλαίου τόσο οι υποδομές θα κατασκευάζονται άναρχα και όπου συμφέρει τον κάθε όμιλο, το περιβάλλον και η Δημόσια Υγεία θα κινδυνεύουν, δεν θα μπορεί πότε να προχωρήσει ουσιαστικά η μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας, οι λαϊκές οικογένειες θα βυθίζονται στην ενεργειακή φτώχεια.
Ο αγώνας μπορεί να έχει ουσιαστική διέξοδο και προοπτική για τις λαϊκές ανάγκες, όταν δένεται με την πάλη για ένα ριζικά διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης, με γνώμονα τις σύγχρονες κοινωνικές ανάγκες και όχι το καπιταλιστικό κέρδος, όπου ο λαός είναι αφέντης στον τόπο του, ιδιοκτήτης της λαϊκής περιουσίας που περιλαμβάνει φυσικά και τις πηγές και υποδομές Ενέργειας. Μονό τότε η αξιοποίηση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας μπορεί να γίνει προς όφελος του λαού.
Κριτική έγινε στις κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που στρέφουν όλη την προσοχή -τη δική τους και του κόσμου- στην τεχνολογία και τη χωροθέτηση, θεωρώντας δεδομένη την «απελευθέρωση» της Ενέργειας, αποσπασμένη από το θέμα της ιδιοκτησίας των πηγών και υποδομών από τους επιχειρηματικούς ομίλους. Το τελικό αποτέλεσμα είναι να εκτονωθούν ανώδυνα οι αντιδράσεις, η δικαιολογημένη καχυποψία ή η οργή του κόσμου και να μην οδηγηθεί στη συνολική εναντίωση στο κεφάλαιο, στην ΕΕ και την κυβέρνηση που χαράσσουν και υλοποιούν τη συνολική ταξική πολιτική που τους συμφέρει.
Με πλαίσιο πάλης:
-
Να αρθούν άμεσα οι άδειες που έχουν δοθεί για την έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων στην περιοχή, για την εγκατάσταση του αιολικού πάρκου στο όρος Κασιδιάρη και των μονάδων βιοαερίου στη ΒΙΠΕ Ιωαννίνων.
-
Ενέργεια κοινωνικό αγαθό και όχι εμπόρευμα. Διασφάλιση της κάλυψης των λαϊκών αναγκών στην Ενέργεια. Μείωση της τιμής. Αυξήσεις στα επιδόματα θέρμανσης, κατάργηση των ειδικών φόρων στα καύσιμα και του ΦΠΑ στα καύσιμα, αφορολόγητο πετρέλαιο στους φτωχούς αγρότες όπως στους εφοπλιστές, ούτε ένα ευρώ από την τσέπη γονιών και εκπαιδευτικών για τη θέρμανση στα σχολεία.
-
Όχι στις ιδιωτικοποιήσεις και την παράδοση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας, που φτιάχτηκαν με τον ιδρώτα των εργαζομένων, στους ομίλους.
-
Σταθερή εργασία, με δικαιώματα και προστασία της υγείας και ασφάλειας όλων των εργαζομένων του κλάδου.
-
Προστασία περιβάλλοντος και Δημόσιας Υγείας με βάση τις σύγχρονες τεχνικές, με ιδιαίτερη έμφαση σε ήδη επιβαρυμένες περιοχές, όπως η περιοχή της ΒΙΠΕ.