Με επιτυχία πραγματοποιήθηκε για 9η συνεχή χρονιά από το Φορέα Διαχείρισης Καλαμά- Αχέροντα- Κέρκυρας η απογραφή των πελαργών για το Ν. Θεσπρωτίας και για κάποιες περιοχές του Ν. Πρεβέζης. Συνολικά, καταμετρήθηκαν φωλιές πελαργών σε 42 περιοχές του Ν. Θεσπρωτίας και 5 στο Ν. Πρεβέζης.
Η απογραφή έγινε με απευθείας παρατήρηση και καταγραφή των φωλιών και των ζευγαριών. Συγκεκριμένα, καταγράφεται ο αριθμός και η θέση των φωλιών με ή χωρίς πελαργούς, ενώ όπου υπάρχουν νεοσσοί καταγράφεται ο ακριβής αριθμός αυτών. Στα δεδομένα που συλλέχθηκαν περιλαμβάνονται κι άλλα στοιχεία όπως το υψόμετρο και οι γεωγραφικές συντεταγμένες κάθε φωλιάς, τυχόν άδειες ή κατεστραμμένες φωλιές καθώς και το είδος κάθε φωλιάς αν είναι φυσική ή τεχνητή και αν βρίσκεται π.χ. πάνω σε εκκλησία ή στύλο της ΔΕΗ.
Στον πίνακα και στο γράφημα που ακολουθούν (Πίνακας 1, Γράφημα 1) φαίνεται συγκριτικά με την περσινή χρονιά το σύνολο των φωλιών των πελαργών, οι άδειες φωλιές, πόσα ζευγάρια πελαργών αναπαράχθηκαν και πόσοι νεοσσοί συνολικά παρατηρήθηκαν. Συμπερασματικά, παρατηρείται σταθερότητα στις ενεργές φωλιές πελαργών και στον γενικότερο πληθυσμό τους με αύξηση στους νεοσσούς. Μεμονωμένα άτομα και «συμμορίες» μη αναπαραγόμενων πελαργών (non-breeding) δεν παρατηρήθηκαν σε μεγάλο αριθμό. Τον Ιούλιο οι περισσότεροι πελαργοί ξεκινούν τις πρώτες δοκιμαστικές πτήσεις, γυμνάζοντας τα φτερά τους και πηδώντας πάνω από τη φωλιά, πριν ξεκινήσουν το μεγάλο τους ταξίδι προς την Ν. Αφρική, αν και στη πραγματικότητα οι περισσότεροι θα πάνε στο Σουδάν, στο Νότιο Σουδάν, στο Τσαντ, στην Κένυα ή στην Αιθιοπία, όπου μετακινούνται διαρκώς.
Παρόλο που πολλές από τις φωλιές φέτος χάλασαν είτε από τις καιρικές συνθήκες είτε από αλλαγές των στύλων της ΔΕΗ (Γράφημα 2), οι ενεργές φωλιές πελαργών παρέμειναν σταθερές με περισσότερες τις φυσικές φωλιές σε στύλο, όπως φαίνεται και στο παρακάτω γράφημα (Γράφημα 3). Πράγματι, σε πολλά χωριά οι πελαργοί επέστρεψαν στις φυσικές φωλιές τους τις οποίες δεν επισκέπτονταν παλαιότερα.
Σταθερά «άδειες» παραμένουν οι φωλιές πάνω σε εκκλησία, εκτός από την Κορώνη Πρεβέζης, όπου τα δυο τελευταία χρόνια υπάρχει επιτυχής αναπαραγωγή.
Η κατανομή των νεοσσών ανά φωλιά για το 2018 φαίνεται στην ακόλουθη εικόνα.
Προκύπτει ότι οι φωλιές με 4 νεοσσούς ήταν περισσότερες, ενώ για άλλη μια φορά δεν παρατηρήθηκαν φωλιές με έναν και έξι νεοσσούς. Αναλυτικότερα, το 60% των φωλιών είχαν από 4 νεοσσούς, ποσοστό μεγαλύτερο από το 2017 (41%), το 30% από δύο νεοσσούς, λιγότερους από πέρσι (39%) και μόλις το 3% από πέντε νεοσσούς, λιγότερους από τις περσινές καταγραφές (9%). Σε πολλές φωλιές υπήρχαν και μικρότεροι σε ηλικία νεοσσοί, γεγονός που δηλώνει ότι τα ώριμα πουλιά έφτασαν λίγο αργότερα ή ότι στην αρχή της αναπαραγωγής έγινε αλλαγή συντρόφων και υπήρξε καθυστέρηση. Επίσης είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι η αύξηση των νεοσσών αποδεικνύει και την επιτυχή εύρεση τροφής από τους γονείς, αποτέλεσμα των πολλών βροχοπτώσεων στην περιοχή.
Λίγες ημέρες πριν από την αναχώρηση τους οι πελαργοί συναθροίζονται σε λιβάδια, κοντά σε τέλματα ή λίμνες, και από κει, χρησιμοποιώντας τα θερμά ανοδικά ρεύματα ξεκινούν όλοι μαζί γυροπετώντας σε κυκλική πορεία. Τα νεαρά φεύγουν 1 με 2 εβδομάδες νωρίτερα από τους ενήλικες. Ο λευκοπελαργός (Ciconia ciconia) είναι προστατευόμενο είδος από τη Διεθνή αλλά και την Εθνική νομοθεσία, αλλά και ένα είδος που συντρόφευε πάντα τους ανθρώπους στις αγροτικές δουλειές. Οι πελαργοί, ως ρυθμιστές του πληθυσμού διάφορων «βλαβερών» για τον άνθρωπο (τρωκτικών, εντόμων, κ.ά.) έχουν μια σημαντικότατη θέση στα αγροτικά οικοσυστήματα. Είναι δείκτες της ισορροπίας του περιβάλλοντος ενώ παράλληλα αποτελούν σύμβολο της αρμονικής συμβίωσης του ανθρώπου με τη φύση της υπαίθρου.
Η απογραφή πελαργών οργανώνεται κάθε χρόνο από το Φορέα Διαχείρισης Στενών και Εκβολών ποταμών Καλαμά-Αχέροντα-Κέρκυρας από μια ομάδα πεδίου που αποτελείται από την βιολόγο Συντιχάκη Ε. και τους φύλακες Διαμάντη Χ., Κόντο Κ., Μάντο Α., Μαρτίνης Α. και Φιλίππου Ε. Στόχος της απογραφής των πελαργών είναι ο εντοπισμός τυχόν απειλών για τη ζωή του συγκεκριμένου είδους, όπως η χρήση χημικών ουσιών στη γεωργία, μονοκαλλιέργειες κλπ., που οδηγούν σε υποβάθμιση ή/και εξαφάνιση των ενδιαιτημάτων του, ώστε να ληφθούν τα ανάλογα διαχειριστικά μέτρα αντιμετώπισής τους, συμβάλλοντας κατά αυτόν τον τρόπο στην προστασία του είδους.