Αντιμετωπίζουν τη μελισσοκομία ως επιστήμη, γιατί όπως επισημαίνουν «χωρίς να έχεις τις απαραίτητες γνώσεις είναι δύσκολο να ασχοληθείς με το μελίσσι, καθώς και η μέλισσα θέλει τη φροντίδα της». Ο λόγος για δύο αδέλφια, τον Ζήση και τον Χριστόφορο Σοφία, που ανέλαβαν την επί 40 χρόνια οικογενειακή επιχείρηση και ασχολούνται αποκλειστικά με τα προϊόντα της μέλισσας, τους οποίους συναντήσαμε στις εγκαταστάσεις τους, στο χωριό Γκρίκα Παραμυθιάς.
Τα δύο αδέλφια ανέλαβαν την εταιρεία Μέλι Θεσπρωτίας, όταν αυτή αριθμούσε 200 κυψέλες. Σήμερα, αποτελείται «από 1.000 και με προοπτική τα επόμενα δύο χρόνια να τις διπλασιάσουμε», λέει ο Χριστόφορος. Αυτό που κάνει ξεχωριστό το μέλι τους, όπως μας λέει ο Ζήσης, είναι πολύ απλά η ποιότητα: «Κατ’ αρχάς, είμαστε οικογενειακή επιχείρηση, είμαστε επαγγελματίες και η άλφα ποιότητα είναι αυτή που θα μας προσφέρει το εισόδημά μας για να μπορέσουμε να ζήσουμε».
Ως επιχείρηση «προσπαθούμε να κάνουμε ένα βήμα παραπέρα και κάποια στιγμή να ασχοληθούμε και με την εξαγωγή. Δεν ξέρω, όμως, αν αυτό είναι καλό ή κακό, για τον απλό λόγο ότι το μέλι που παράγεται στην Ελλάδα δεν φτάνει για να καλύψει τις εδώ ανάγκες», μας λέει ο Χριστόφορος. Αυτή την περίοδο, προσπαθούν να ολοκληρώσουν το συσκευαστήριο, να πάρουν τις απαραίτητες πιστοποιήσεις και να προχωρήσουν στις εξαγωγές. «Είναι αναγκαίο να ολοκληρωθεί το συσκευαστήριο, γιατί το παίρνουν οι έμποροι σχεδόν τσάμπα και το πουλούν μετά χρυσό», συμπληρώνει ο Ζήσης.
Παραγωγή:
Η παραγωγή τους, κατά μέσο όρο, φτάνει τους 15 με 20 τόνους, ανάλογα με τη χρονιά, με κύριο εχθρό τους τον… καιρό. «Μπορεί εσύ να κάνεις τα πάντα. Να φροντίζεις τα μελίσσια σου και να αντιμετωπίζεις κάθε πρόβλημα που προκύπτει. Όμως, αν δεν σε πάει ο καιρός τη στιγμή που εσύ το θέλεις και χάσεις την ανθοφορία, τότε μένεις χωρίς παραγωγή», λέει ο Ζήσης. Στα προβλήματα προσθέτουν ακόμη την πρακτική να αναμειγνύονται ελληνικά μέλια με άλλα, όπως τα βουλγαρικά, με αποτέλεσμα να χάνουν την ποιότητά τους και να διατίθενται στον καταναλωτή πολύ φθηνά.
Ο Ζήσης Σοφίας έκανε λόγο και για τον μύθο που επικρατεί ότι αν το μέλι παγώνει, τότε δεν είναι καλό: «Η αλήθεια είναι το ακριβώς αντίθετο. Το κρυστάλλωμα, όταν δηλαδή παγώνει, είναι η φυσική ιδιότητα του μελιού. Αν ένα μέλι μένει συνέχεια ρευστό, σημαίνει ότι είναι φιλτραρισμένο, δηλαδή έχουν σπάσει τα ένζυμά του. Υπάρχουν όμως και μέλια που δεν παγώνουν, όπως είναι αυτά από το πεύκο, το έλατο, τα οποία είναι μέλια μελιτωμάτων, δηλαδή παράγονται από τους χυμούς των δέντρων και όχι από το νέκταρ των λουλουδιών. Τα ανθόμελα, για παράδειγμα, το πολύ σε έναν μήνα θα παγώσουν».
Η φύση προσφέρει μοναδική ποιότητα μελιού
Ο Βασίλης Σοφίας, από την Γκρίκα Θεσπρωτίας, ξεκίνησε τη μελισσοκομία με τον αδελφό του το 1981, αλλά κάποια στιγμή χρειάστηκε να τα παρατήσει και να φύγει στο εξωτερικό. Τα τελευταία δέκα χρόνια, όμως, ξαναγύρισε στην αγαπημένη του ασχολία, όπου κατάφερε να δημιουργήσει τις δικές του εγκαταστάσεις και πλέον διατηρεί 250 μελίσσια. Πρόκειται για μια δουλειά που απαιτεί συνεχή μετακίνηση από τη Βυτίνα έως τη Χαλκιδική.
«Η περιοχή της Παραμυθιάς-Γκρίκας βγάζει ένα από τα καλύτερα ποιοτικώς μέλια στην Ελλάδα», μας λέει ο Β. Σοφίας, και σε αυτό βοηθούν το ξηρό κλίμα, η βιοποικιλότητα και η πλούσια φύση της περιοχής, με την ποικιλία ανθέων και το πολύ θυμάρι. Μεγάλη σημασία για την ποιότητα και τη γεύση του μελιού έχει ο ανθός. «Ό,τι τρώει η μέλισσα, αυτό θα βγάλει και ως τελικό προϊόν», μας λέει χαρακτηριστικά.
«Τα πεύκα της περιοχής μας (Παραμυθιά, Ηγουμενίτσα, Φιλιάτη και Λούτσα στην Πρέβεζα), τα εμβολιάσαμε με εργάτη (είδος σκουληκιού) από τη Χαλκιδική πριν από περίπου 30 χρόνια με τη σύμφωνη γνώμη και των συνεταιρισμών», μας λέει ο μελισσοκόμος από την Γκρίκα. Ο εργάτης «δουλεύει» στη φλούδα του δέντρου και από τον Αύγουστο και καθ’ όλη τη διάρκεια του φθινοπώρου αυξάνει κατά πολύ τις ποσότητες του μελιού. Στις ποικιλίες μελιού, που παράγονται στην περιοχή, ανήκουν το ρείκι και η κουμαριά.
Το κόστος για κάθε κυψέλη ανέρχεται στα 60 ευρώ και η ανανέωσή τους γίνεται κάθε δέκα χρόνια ανάλογα με τη συντήρηση που κάνει ο μελισσοκόμος, ενώ κατά μέσο όρο μια κυψέλη αποδίδει από 20 έως 30 κιλά μέλι τον χρόνο. «Το καλό με την περιοχή μας είναι πως δεν υπάρχουν ψεκασμοί και ραντίσματα, οπότε δεν επηρεάζεται καθόλου η ζωή της μέλισσας, αλλά και η ποιότητα του μελιού», διευκρινίζει ο Β. Σοφίας. Τονίζει, δε, τη σημασία τού να οργανωθούν όλοι οι μελισσοκόμοι του νομού, ώστε να υπάρχει αλληλοϋποστήριξη και να βγαίνουν στο εμπόριο με μία ενιαία μπράντα, να μπορούν να διακινούν μεγαλύτερες ποσότητες σε μεγαλύτερες αγορές και να πετυχαίνουν καλύτερες τιμές. Προς το παρόν, η διάθεση γίνεται σε τοπικά καταστήματα στην Ήπειρο και σε μεγάλες εταιρείες.
Κυριάκος Λάμπρου – Ανθή Γεωργίου
ΠΗΓΗ www.ypaithros.gr