Ναπολέων Τσάνης: Πως έφερε τη «μαύρη τίγρη» στη Θεσπρωτία

*Γράφει η ‘Αννα Στεργίου

Το 2001 ένας Έλληνας δήμαρχος απ’ τη Θεσπρωτία βρέθηκε στην Αυστραλία. Στο τραπέζι, που έγινε του έδωσαν να δοκιμάσει μία γαρίδα. Ενθουσιάστηκε με τη γεύση της κι εντυπωσιάστηκε όταν έμαθε πως δεν ήταν προϊόν αλιείας αλλά εκτροφής. Η επόμενη ερώτηση στους παριστάμενους ήταν, γιατί δεν έρχεστε να κάνετε μία τέτοια μονάδα εκτροφής στη Θεσπρωτία;

Ο Ελληνοαυστραλός, Ναπολέων Τσάνης, θεσπρωτικής καταγωγής, επενδυτικός σύμβουλος πήρε την ιδέα στα σοβαρά και προσπάθησε να την υλοποιήσει, αρχικά με άλλα δυο άτομα. Τα γραφειοκρατικά προβλήματα όμως δεν έλειπαν. Έτσι, ο ένας μέτοχος αποχώρησε και στο τέλος έμεινε μόνος ν΄αντέχει την γραφειοκρατία του δημοσίου, την έλλειψη νομοθετικού πλαισίου για την εκτροφή γαρίδας, τα ζητήματα της χωροθέτησης και πολλές φορές την καχυποψία κ.ά.

Δεκαέξι χρόνια πάλεψε με το τέρας της γραφειοκρατίας! Δεκαέξι χρόνια είδε τη ζωή του να διαλύεται πολλές φορές και να νιώθει πως παλεύει σαν τον Δον Κιχώτη με τους ανεμόμυλους.

Ηπειρώτικο πείσμα και ταλαιπωρία

Το ηπειρώτικο πείσμα δεν τον άφησε να τα παρατήσει. Κι όταν πλέον απηύδησε ήταν ο γιος του Χρήστος, που τον έσωσε από τον εαυτό του και του θύμισε το όραμά του. Επί 20 χρόνια το Ελλάδα – Αυστραλία ήταν για εκείνον Κολιάτσου – Παγκράτι. Και πάνω που λύθηκε το θέμα των αδειοδοτήσεων κι άρχισαν να στρώνουν τα πράγματα ήρθε ο κορωνοϊός.

Η μονάδα οστρακόδερμων άρχισε να εισάγει πιστοποιημένες γαρίδες στο στάδιο της μετανύμφης από την Ταϊλάνδη, κι ο γόνος προήλθε από τη Δυτική Αυστραλία, την Ινδία και τη Μαδαγασκάρη.

Εκεί τέθηκαν θέματα εισαγωγής με τον γόνο, αφού υπήρχαν δυσκολίες λόγω της υγειονομικής κρίσης. Ο νέος σκόπελος βέβαια τον ώθησε ν΄αλλάξει στρατηγική, οπότε άρχισε η μονάδα να ξεκινήσει να παράγει και γόνο.

Κι εκεί που είπε ότι τελειώνουν τα βάσανά του είδε το κόστος παραγωγής να εκτοξεύεται. Πέντε φορές επάνω το ρεύμα λόγω της περίφημης ρήτρας αναπροσαρμογής, που γονάτισε γενικότερα τις μονάδες εντατικής εκτροφής και τους παραγωγούς θερμοκηπιακών προϊόντων.

Παρόλα αυτά το στοίχημα της γαρίδας, με την επωνυμία «Μαύρη Τίγρη» για τον Ναπολέοντα Τσάνη το κέρδισε. Τα μικρά γαριδάκια μεγαλώνουν σε μεγάλες λιμνοδεξαμενές, θερμοκηπίου. Πρόκειται για μία γαρίδα νόστιμη, που προορίζεται για τα γκουρμέ εστιατόρια και μέχρι στιγμής τρέχουν συμβάσεις με τη Γαλλία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα κ.ά.

Η εταιρεία “Europrawn Hellas”, που έχει προχωρήσει στην εκτροφή γαρίδας, ανήκει σε 4 Ελληνοαυστραλούς μετόχους με διευθύνοντα σύμβουλο τον άνθρωπο, που οραματίστηκε αυτή τη μονάδα, Ναπολέοντα Τσάνη.

Είναι πρότυπη στην Ελλάδα και την Ευρώπη και ο Ισπανός, γενικός διευθυντής της εταιρείας «Europrawn Hellas», Άλμπερτ Φέρερ Λαντόζα ανέλαβε ν΄αναπτύξει μία μονάδα βιώσιμη, φιλική προς το περιβάλλον και την ηθική της υδατοκαλλιέργειας γαρίδας, σύμφωνα με τις αρχές του Παγκόσμιου Οργανισμού Τροφίμων για τη μπλε οικονομία.

Σε πλήρη ανάπτυξη η μονάδα, που προσφέρει 30 τόνους γαρίδας σήμερα, θα μπορέσει να δώσει 50 τόνους γαρίδας. Το νερό ανακυκλώνεται στη μονάδα, ρυθμίζονται θέματα υγρασίας και διατροφής των ψαριών, ώστε να είναι σε μεγέθη, που θέλει η ελληνική κι η διεθνής αγορά και γενικότερα οι πελάτες της πολυτελούς αγοράς τροφίμων.

Η γαρίδα μαύρη τίγρης χρειάζεται πολύ περισσότερο χώρο από άλλες γαρίδες για ν΄ αναπτυχθεί κι είναι εγκατεστημένη κυρίως στον βυθό. Οφείλει το όνομά της στους δακτυλίους, που έχει πάνω της και θυμίζουν στα χρώματα, τίγρη.

Η μαύρη τίγρης από τα εξωτικά νερά στην Ελλάδα

Είναι ένα ιδιαίτερο είδος γαρίδας, που είναι νόστιμη αλλά κι άγρια ως προς τη διαχείρισή της κι επομένως θέλει αρκετό χώρο εγκατάστασης. Οι γαρίδες αυτές στη φύση μεγαλώνουν κυρίως στα ζεστά νερά της Αυστραλίας, της Νότιας και Νοτιοανατολικής Ασίας και στην Ανατολική Αφρική.

Οι τροφές, που χρησιμοποιεί η εταιρεία, όπως μας εξήγησε ο κ. Τσάνης, είναι βιολογικές, και οι γαρίδες είναι έτοιμες για την αγορά, μετά από περίπου 140 μέρες εκτροφής. Το επιθυμητό τους μέγεθος για την αγορά είναι συνήθως 16-20.

Η μαύρη τίγρης μεγαλώνει σε θερμοκηπιακές μονάδες, που είναι εγκατεστημένες στον κάμπο της Κεστρίνης Θεσπρωτίας. Οι επιστήμονες, που εργάζονται στην μονάδα φροντίζουν ώστε το νερό να έχει σταθερή θερμοκρασία και υγρασία γύρω στους 28 έως 30 βαθμούς Κελσίου. Η μονάδα μπήκε στον αναπτυξιακό νόμο ενώ για τη μείωση του ενεργειακού κόστους σχεδιάζεται η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών πάνελ σε διπλανό χώρο.

Στη μονάδα απασχολούνται μέχρι στιγμής 22 άτομα, σε μία εγκατάσταση 16.000 τετραγωνικών μέτρων. Μελλοντικός στόχος είναι η παραγωγή 300 μετρικών τόνων γαρίδας ετησίως κι η δημιουργία 120 θέσεων πλήρους απασχόλησης.

Το πιο σημαντικό είναι πως η μονάδα χρησιμοποιεί «πράσινες πρακτικές», δηλαδή φροντίζει να έχει όσο το δυνατόν μειωμένο περιβαλλοντικό αποτύπωμα στοχεύοντας όχι μόνο στην παραγωγή αλλά στην καινοτομία, γεγονός που καθιστά τον κ. Ναπολέοντα Τσάνη, πρωτοπόρο μαζί με τους άλλους μετόχους, στις μονάδες οστρακόδερμων στην Ελλάδα και στην Ευρώπη.