Την παραίτησή του από τη θέση του Προϊσταμένου Ειδικού Δημοτικού Σχολείου στα Ιωάννινα, υπέβαλλε ο εκπαιδευτικός Αναστάσιος Τόκας, θεωρώντας, ότι η θέση αυτή τον φέρνει αντιμέτωπο με τη συνείδησή του, αφού εκ θέσεως ήταν επιβεβλημένο να εφαρμόσει το νόμο για την αξιολόγηση και αυτοαξιολόγηση και το νέο πλαίσιο λειτουργίας των ειδικών σχολείων. Στην παραίτησή του , η οποία υπεβλήθη την 01/04 και έγινε αποδεκτή στις 03/04 από το ΠΥΣΔΕ ο κ. Τόκας σημειώνει: “Με καλεί ουσιαστικά το Υπουργείο να υλοποιήσω και να επιβάλλω στους υφισταμένους μου, νόμους που έρχονται σε αντίθεση με τον κοινωνικό ρόλο του εκπαιδευτικού, που αποδειγμένα δεν αποσκοπούν στο να γίνει ο εκπαιδευτικός και το δημόσιο σχολείο καλύτεροι ώστε να υπηρετήσουν τις σύγχρονες μορφωτικές ανάγκες των μαθητών”.
Αναλυτικά το κείμενο της παραίτησης έχει ως εξής:
ΠΡΟΣ
τον κ.Διευθυντή Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Ιωαννίνων
ΙΩΑΝΝΙΝΑ
Κ. Διευθυντή
Με την παρούσα επιστολή μου θέλω να θέσω υπόψη σας τα εξής:
Α. Είμαι ένας εκπαιδευτικός με 27/χρονη υπηρεσία στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Όλα αυτά τα χρόνια υπήρξα μάχιμος εκπαιδευτικός και τη μόνη χρονική περίοδο που “έλειψα” από την τάξη ήταν αυτή της δίχρονης μετεκπαίδευσής μου στην Ειδική Αγωγή. Ποτέ δεν πτοήθηκα από δυσκολίες που είχαν να κάνουν με ελλείψεις του εκπαιδευτικού συστήματος, ή απ’ αυτές που συναντούν καθημερινά χιλιάδες συνάδελφοί μου μέσα στην τάξη. Αντίθετα μάλιστα, για μένα, οι δυσκολίες ήταν πρόκληση και προσπαθούσα από τη μια, με προτάσεις μέσα από το συνδικαλιστικό κίνημα και τους συλλογικούς αγώνες να δρομολογηθούν θετικές αλλαγές στο εκπαιδευτικό σύστημα και από την άλλη, να προσπαθώ συνεχώς να γίνομαι καλύτερος δάσκαλος για να μπορώ ν’ ανταποκριθώ στο δύσκολο έργο της μόρφωσης και διαπαιδαγώγησης των παιδιών του λαού μας. Μέσα σ’ αυτό το διάστημα οδηγός στο έργο μου – πέρα από τα σύγχρονα και τα διαχρονικά πορίσματα των επιστημών της αγωγής – ήταν η συνείδησή μου, η συλλογικότητα και η συναδελφικότητα όπως αυτές εκφράζονταν στους συλλόγους διδασκόντων των σχολείων που εργάστηκα, αλλά και στους αγώνες του συνδικαλιστικού κινήματος του οποίου είμαι ενεργό μέλος.
Τα τελευταία 4 χρόνια υπηρετώ στο 2ο Ειδικό Δημοτικό Σχολείο Ιωαννίνων και έχω οριστεί από την υπηρεσία ως Προϊστάμενος (χωρίς να το έχω επιδιώξει), καθώς είμαι ο μόνος δάσκαλος στο σχολείο που πληροί τα κριτήρια γι’ αυτή τη θέση (οργανική τοποθέτηση, αρχαιότητα, μόρια κλπ). Τη συμβολή μου στο να λειτουργήσει το σχολείο με αξιοπρεπείς όρους, κάτω από τις απαράδεκτες υποδομές που διαθέτει, τις γνωρίζετε πολύ καλά, όπως γνωρίζετε και τον καθημερινό αγώνα που δίνει όλο το προσωπικό του σχολείου, με διάθεση χρόνου πέρα από το εργασιακό ωράριο, με προσφορά κάθε είδους βοήθειας και στήριξης των παιδιών ΑμΕΑ και των οικογενειών τους, πέρα από τις τυπικές μας υποχρεώσεις.
Β.Τους τελευταίους μήνες από το ΥΠΑΙΘ βρίσκεται σε εξέλιξη η υλοποίηση των νόμων για την Αυτοαξιολόγηση του Εκπ/κού Έργου και του Εκπαιδευτικού. Το ΥΠΑΙΘ απαιτεί από τα στελέχη της Εκπ/σης συνολικά, να υλοποιήσουν-επιβάλλουν τους νόμους αυτούς στους υφισταμένους τους εκπαιδευτικούς, τη στιγμή μάλιστα που εκφράζεται καθολική αντίθεση του κλάδου σ’ αυτούς. Η τελευταία μάλιστα εγκύκλιος του Υπουργείου (44375/Γ1) ζητά να οριστούν από τους Δ/ντές των σχολικών μονάδων οι εκπαιδευτικοί στις ομάδες ΑΕΕ, επιλέγοντας το δρόμο της βίαιης επιβολής. Με καλεί ουσιαστικά το Υπουργείο να υλοποιήσω και να επιβάλλω στους υφισταμένους μου, νόμους που έρχονται σε αντίθεση με τον κοινωνικό ρόλο του εκπαιδευτικού, που αποδειγμένα δεν αποσκοπούν στο να γίνει ο εκπαιδευτικός και το δημόσιο σχολείο καλύτεροι ώστε να υπηρετήσουν τις σύγχρονες μορφωτικές ανάγκες των μαθητών. Το σχολείο που διαμορφώνεται, μέσω και της αξιολόγησης, έρχεται να υποβαθμίσει παραπέρα τη μόρφωση που λαμβάνουν τα παιδιά. Η αξιολόγηση σχολείων και εκπαιδευτικών θα έχει ως αποτέλεσμα το παραπέρα χτύπημα των εργασιακών-μισθολογικών δικαιωμάτων αλλά και την απόλυση χιλιάδων συναδέλφων. Θα δημιουργήσει σχολεία και μαθητές πολλών ταχυτήτων, ενώ το δικαίωμα στη μόρφωση πρέπει να είναι ενιαίο για όλα τα παιδιά.
Γ. Παράλληλα με τα παραπάνω, βρίσκεται σε εξέλιξη η εφαρμογή του άρθρου 39 του Ν.4115/2013 με μια σειρά εγκυκλίων που αφορούν τη λειτουργία των Ειδικών Σχολείων ως ΣΔΕΥ. Η λειτουργία των Ειδικών Σχολείων με το νέο νόμο, ήδη έχει αρχίσει να δημιουργεί διαλυτικά φαινόμενα στην Ειδική Αγωγή καθώς απαιτεί: α) Να σηκώσουν τα Ειδικά και Γενικά Σχολεία ευθύνες, στις οποίες είναι αδύνατον ν’ αντεπεξέλθουν. β) την εφαρμογή ενός μοντέλου Ειδικής Αγωγής που μαθηματικά θα συμβάλλει στην υποβάθμιση και στο κλείσιμο των δημόσιων Ειδικών Σχολείων. γ) διαρκείς συνεδριάσεις – αξιολογήσεις, σε χρόνο μέσα στο εργασιακό ωράριο που εκ των πραγμάτων δεν επαρκεί. Καλούμαστε ουσιαστικά να εγκαταλείψουμε το κυρίως έργο μας, που είναι η διδασκαλία και ν’ ασχολούμαστε σε καθημερινή βάση με πλήθος γραφειοκρατικών εργασιών, αμφιβόλου μάλιστα αποτελέσματος. δ) Να προβαίνουμε ακόμα και σε ενέργειες που δεν έχουν νομική κάλυψη (πχ μετακινήσεις ΕΕΠ-ΕΒΠ).
κ. Διευθυντή
Τα παραπάνω ζητήματα έχουν ήδη φορτίσει αρνητικά την ατμόσφαιρα μέσα στο σχολείο μας – και όχι μόνο- κι αυτό πιστεύω είναι γνωστό σε σας και τους Προϊσταμένους σας. Γνωστό επίσης σας είναι ότι, χωρίς το έμψυχο δυναμικό των σχολείων τη διάθεση, τη θέληση και την καθημερινή προσφορά του, εκπαιδευτικό έργο δεν μπορεί να υπάρξει.
Για τους λόγους αυτούς, παρακαλώ να με απαλλάξετε από τα καθήκοντα του Προϊσταμένου του 2ου Ειδικού Δημοτικού Σχολείου, καθώς η θέση αυτή με φέρνει αντιμέτωπο τόσο με τη συνείδησή μου ως εκπαιδευτικού και ως ανθρώπου, όσο και με τη βούληση των συναδέλφων μου, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από τις συλλογικές αποφάσεις των συλλόγων διδασκόντων.
Θέλω να συνεχίσω να προσφέρω το εκπαιδευτικό μου έργο ως απλός δάσκαλος της τάξης, χωρίς χρέωση διοικητικού έργου, κοιτώντας κατάματα τους συναδέλφους μου, τους μαθητές μου, τους γονείς τους, την κοινωνία.
Γιάννενα 31 Μαρτίου 2014
Τόκας Αναστάσιος