Το Χριστουγεννιάτικο μήνυμα του σεβ. Μητροπολίτου Παραμυθιάς κ.κ. Σεραπίωνα

Ἀ­γα­πη­τοί μου ἀ­δελ­φοί,

«Σή­με­ρον πᾶ­σα κτί­σις, ἀ­γάλ­λε­ται καί χαί­ρει,

ὅ­τι Χρι­στός ἐ­τέ­χθη ἐκ τῆς Παρ­θέ­νου Κό­ρης».

(Με­γα­λυ­νά­ριον)

Μέ κα­τά­νυ­ξη ψυ­χῆς καί αἰ­σθή­μα­τα εὐ­γνω­μο­σύ­νης καί ἐλ­πί­δος πρός τόν Σω­τῆ­ρα ἑ­ορ­τά­ζει σή­με­ρα ὅ­λος ὁ χρι­στι­α­νι­κός κό­σμος τή χαρ­μό­συ­νη ἡ­μέ­ρα τῆς τοῦ Κυ­ρί­ου ἡ­μῶν Ἰ­η­σοῦ Χρι­στοῦ γεν­νή­σε­ως.

«Χρι­στός γεν­νᾶ­ται· δο­ξά­σα­τε. Χρι­στός ἐξ οὐ­ρα­νῶν· ἀ­παν­τή­σα­τε. Χρι­στός ἐ­πί γῆς· ὑ­ψώ­θη­τε», ψάλ­λει πα­νη­γυ­ρι­κῶς κα­τά τή ση­με­ρι­νή λαμ­πρά καί με­γί­στης ση­μα­σί­ας ἡ­μέ­ρα τῶν Χρι­στου­γέν­νων ἡ Ἐκ­κλη­σί­α μας, ἑ­ορ­τά­ζον­τας τήν κα­τά σάρ­κα γέν­νη­ση τοῦ Κυ­ρί­ου.

Καί ἡ ἑ­ορ­τή αὐ­τή τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας ἀ­φο­ρᾶ τό σή­με­ρα τῆς ζω­ῆς καί τῆς ὑ­πάρ­ξε­ώς μας. Ἡ Ἁ­γί­α μας Ἐκ­κλη­σί­α, ἑ­ορ­τά­ζον­τας τά Χρι­στού­γεν­να ἀ­πο­κα­λύ­πτει, μέ­σα ἀ­πό τή Θεί­α Λει­τουρ­γί­α καί τήν τέ­λε­ση τοῦ Μυ­στη­ρί­ου τῆς Θεί­ας Εὐ­χα­ρι­στί­ας, ὅ­τι δέν εἶ­ναι ἁπλῆ ἐ­πέ­τει­ος τοῦ ἱ­στο­ρι­κοῦ γε­γο­νό­τος τῆς γεν­νή­σε­ως τοῦ Θε­αν­θρώ­που Ἰ­η­σοῦ Χρι­στοῦ, ἀλ­λά ἐ­πα­νά­λη­ψη τοῦ γε­γο­νό­τος αὐ­τοῦ στίς καρ­δι­ές τῶν πι­στῶν, προ­σκα­λῶν­τας μας σέ συ­νάν­τη­ση καί γνω­ρι­μί­α μέ τόν σαρ­κω­θέν­τα καί νη­πι­ά­σαν­τα Κύ­ριο Ἰ­η­σοῦ Χρι­στό, ὁ ὁ­ποῖ­ος «σή­με­ρον γεν­νᾶ­ται ἐκ Παρ­θέ­νου». Δέν εἶ­ναι τυ­χαῖ­ο, ἄλ­λω­στε, ὅ­τι οἱ ἱ­ε­ροί Πα­τέ­ρες καί οἱ ὑ­μνο­γρά­φοι χρη­σι­μο­ποι­οῦν τή λέ­ξη «σή­με­ρον» στίς εὐ­χές καί τούς ὕ­μνους τῶν Χρι­στου­γέν­νων, ὄ­χι ἁ­πλῶς ὡς ποι­η­τι­κή ἔκ­φρα­ση, ἀλ­λά μέ σκο­πό τήν ἔκ­φρα­ση τῆς πραγ­μα­τι­κό­τη­τος.

«Δό­ξα ἐν ὑ­ψί­στοις Θε­ῷ, καί ἐ­πί γῆς εἰ­ρή­νη, ἐν ἀν­θρώ­ποις εὐ­δο­κί­α», ψάλ­λουν οἱ Ἄγ­γε­λοι καί φῶς θε­ϊ­κό πλημ­μυ­ρί­ζει τόν οὐ­ρα­νό καί τή γῆ, κα­θώς ἑ­ορ­τά­ζε­ται ὑ­πέρ­λαμ­πρη πα­νή­γυ­ρις λό­γῳ τῆς θε­αν­θρώ­πι­νης πα­ρου­σί­ας τοῦ Χρι­στοῦ με­τα­ξύ τῶν ἀν­θρώ­πων, μέ σκο­πό τή σω­τη­ρί­α τους.

Μέ­γα ἀ­να­δει­κνύ­ε­ται τό μυ­στή­ριο τῆς ἀ­γά­πης τοῦ Θε­οῦ πρός τόν ἄν­θρω­πο, δι­ό­τι μέ­σῳ τῆς γεν­νή­σε­ως τοῦ ἀ­πε­σταλ­μέ­νου Λυ­τρω­τοῦ πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε ἡ ἀ­να­δη­μι­ουρ­γί­α τοῦ κό­σμου καί ἡ πρό­νοι­α τοῦ Θε­οῦ κα­θο­δή­γη­σε τά πάν­τα πρός τό πνευ­μα­τι­κό συμ­φέ­ρον τοῦ ἀν­θρώ­που.

Ὅ­ταν ὁ ἄν­θρω­πος μπο­ρέ­σει νά αἰ­σθαν­θεῖ τόν Θε­ό νά κα­τέρ­χε­ται μέ­σῳ τῆς ἐ­ναν­θρω­πή­σε­ώς Του στή φάτ­νη τῆς ψυ­χῆς του, πη­γαῖ­α δο­ξο­λο­γεῖ τόν Οὐ­ρά­νιο Πα­τέ­ρα καί ἀ­φο­σι­ώ­νε­ται ὁ­λο­κλη­ρω­τι­κά στήν ἀ­γά­πη καί τή θεί­α λα­τρεί­α πρός τόν Λυ­τρω­τή.

Βέ­βαι­α, μό­νο μέ­σῳ τῶν ὀ­φθαλ­μῶν τῆς ἁ­γνῆς ψυ­χῆς, τῆς ἀ­γά­πης καί τῆς πί­στε­ως μπο­ροῦ­με νά γνω­ρί­σου­με τόν Κύ­ριο, ὁ Ὁ­ποῖ­ος ἦλ­θε στόν κό­σμο μέ σκο­πό νά ὁ­δη­γή­σει τούς πάν­τες στή Βα­σι­λεί­α Του, καί, ὡς ἐκ τού­του, μέ ἀ­νά­λο­γα αἰ­σθή­μα­τα, κα­λού­μα­στε νά προ­σέλ­θου­με στή φάτ­νη τοῦ Θεί­ου Βρέ­φους καί νά Τό προ­σκυ­νή­σου­με μέ τα­πεί­νω­ση, προ­σφέ­ρον­τας τόν λί­βα­νο τῆς λα­τρεί­ας, τή σμύρ­να τῆς πί­στε­ως καί τόν χρυ­σό τῆς ἀ­γά­πης μας.

Ὅ­σο ὁ ἄν­θρω­πος, καί μά­λι­στα ὁ χρι­στια­νός, προ­τι­μᾶ ἀν­τί τῆς ἀ­γά­πης, τῆς πί­στε­ως καί τῆς ἀ­φο­σι­ώ­σε­ως στόν Θε­ό, νά λα­τρεύ­ει ἄλ­λα, δῆ­θεν πο­λύ­τι­μα καί ἀ­ξι­ό­λο­γα πράγ­μα­τα, καί μοι­ρά­ζει τή λα­τρεί­α του με­τα­ξύ τοῦ Θε­οῦ καί τῆς ἁ­μαρ­τί­ας, πάν­το­τε θά δυ­στυ­χεῖ, ἐ­νῶ ταυ­τό­χρο­να ἡ καρ­διά του θά μέ­νει ἀ­νι­κα­νο­ποί­η­τη, ἀφοῦ θά ἔ­χει θέ­σει σέ δεύ­τε­ρη μοῖ­ρα τό πρώ­τι­στο ζή­τη­μα τῆς σχέ­σης μέ τόν Θε­ό καί μέ τόν πλη­σί­ον.

Ἄς ἐ­πι­κρα­τή­σουν, λοι­πόν, αὐ­τές οἱ σκέ­ψεις καί τά ἔρ­γα ἀ­γά­πης με­τα­ξύ ὅ­λων τῶν ἀν­θρώ­πων. Ἄς κυ­ρι­αρ­χή­σει στίς ψυ­χές καί τίς καρ­δι­ές ὅ­λων μας ἡ πί­στη καί ἡ ἀ­γά­πη πρός τόν Θε­ό καί ἡ πρός τόν πλη­σί­ον ἔμ­πρα­κτη ἀ­δελ­φι­κή χρι­στι­α­νι­κή συμ­πε­ρι­φο­ρά.

Ἀ­δελφοί μου,

Κα­θώς συ­νε­ορ­τά­ζου­με ὅ­λοι οἱ Ὀρ­θό­δο­ξοι ἀ­δελ­φοί τά πα­νευ­φρό­συ­να Χρι­στού­γεν­να, τή «Μη­τρό­πο­λη τῶν ἑ­ορ­τῶν» καί τή φα­νέ­ρω­ση τῆς θεί­ας ἀ­γά­πης στόν κό­σμο, ἄς ἀ­πο­δε­χθοῦ­με τόν λό­γο τοῦ Ἀ­πο­στό­λου Παύ­λου, ὁ ὁ­ποῖ­ος μᾶς προ­τρέ­πει: “Ἐν­δυ­θεῖ­τε σάν ἐ­κλε­κτοί τοῦ Θε­οῦ, ἁ­γι­α­σμέ­νοι καί ἀ­γα­πη­μέ­νοι ἀ­πό τόν Θε­ό, καρ­διά εὐ­σπλαγ­χνι­κή καί πο­νε­τι­κή, ἀ­γα­θό­τη­τα καί κα­λω­σύ­νη, τα­πει­νο­φρο­σύ­νη, πρα­ό­τη­τα. Νά ἀν­τι­με­τω­πί­ζε­τε μέ ἀ­γά­πη ὁ ἕνας τίς ἀδυ­να­μί­ες τοῦ ἄλ­λου. Ὅ­πως ὁ Χρι­στός ἐ­χα­ρί­σθη σέ ἐ­σᾶς καί σᾶς συγ­χώ­ρη­σε, ἔ­τσι καί ἐ­σεῖς νά συγ­χω­ρεῖ­τε ὁ ἕ­νας τόν ἄλ­λον. Πε­ρισ­σό­τε­ρο δέ ἀ­πό ὅ­λα αὐ­τά νά ἐν­δυ­θεῖ­τε καί νά κά­με­τε κτῆ­μα τῆς ψυ­χῆς σας τήν ἀ­γά­πη, ἡ ὁ­ποί­α συν­δέ­ει σέ ἕ­να τέ­λει­ο σύ­νο­λο ὅ­λες τίς ἀ­ρε­τές. Ἡ εἰ­ρή­νη τοῦ Θε­οῦ ἄς βα­σι­λεύ­ει μέ­σα σας καί ἄς ἀ­πο­τε­λεῖ τό συ­νε­χές βρα­βεῖ­ο τῆς καρ­διᾶς σας. Σέ αὐ­τήν ἄλ­λω­στε τήν εἰ­ρή­νη ἔ­χε­τε κλη­θεῖ ἀ­πό τόν Θε­ό, ὥ­στε νά γί­νε­τε ἕνα πνευ­μα­τι­κό σῶ­μα. Καί κά­θε τί, τό ὁ­ποῖ­ο πράτ­τε­τε μέ τά λό­για σας ἤ μέ τά ἔρ­γα σας, τά πάν­τα νά τά κά­με­τε ἐν ὀ­νό­μα­τι τοῦ Κυ­ρί­ου καί πρός δό­ξαν Αὐ­τοῦ, εὐ­χα­ρι­στοῦν­τες δι’ Αὐ­τοῦ τόν Θε­ό καί Πα­τέ­ρα, ὁ ὁποῖ­ος τό­σο πο­λύ μᾶς ἔ­χει εὐ­ερ­γε­τή­σει καί μᾶς εὐ­ερ­γε­τεῖ.”[1].

Ἡ χά­ρις τοῦ γεν­νη­θέν­τος Κυ­ρί­ου εἴ­η με­τά πάν­των ὑ­μῶν!

Χρό­νια πολ­λά καί εὐ­λο­γη­μέ­να!

Δι­ά­πυ­ρος πρός Κύ­ριον εὐ­χέ­της

Ὁ Μη­τρο­πο­λί­της

  Ὁ Πα­ρα­μυ­θί­ας, Φι­λια­τῶν, Γη­ρο­με­ρί­ου καί Πάρ­γας Σε­ρα­πί­ων