Ερώτηση στη Βουλή προς τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Αθανάσιο Τσαυτάρη, κατέθεσε ο Βουλευτής Θεσπρωτίας κ. Αντώνης Μπέζας σχετικά με το σοβαρό πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί στους κτηνοτρόφους της Θεσπρωτίας και γενικά της Ηπείρου, από την εφαρμογή του νέου νόμου για τη μίσθωση ακινήτων που χρησιμοποιούνται για βόσκηση. Σημειώνεται, ότι ο κ. Μπέζας, έχει ήδη καταθέσει στη Βουλή (με αριθμ. πρωτ. 3386/21.3.2013) την από 8.3.2013 αναφορά κτηνοτρόφων της Κοινότητας Σουλίου σχετικά με το συναφές θέμα των ακινήτων των αποκαταστημένων κτηνοτρόφων της περιοχής.
Στην ερώτησή του συγκεκριμένα, ο κ. Μπέζας αναφέρει:
«Για την ομαλή μετάβαση στο νέο καθεστώς διαχείρισης και προστασίας των ακινήτων που διαχειρίζεται το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και οι Περιφέρειες της χώρας, με τη διάταξη του άρθρ. 36 του Ν.4061/2012, προβλέφθηκε ότι οι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες που εκμίσθωναν τα τελευταία πέντε χρόνια αγροτικά ακίνητα, μπορούν με αίτησή τους προς τη Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της οικείας Περιφερειακής Ενότητας, να ζητήσουν την παραχώρηση των ακινήτων που μίσθωναν για χρονικό διάστημα έως τρία έτη, το οποίο δεν μπορεί να παραταθεί. Η συγκεκριμένη παραχώρηση δεν μπορεί επίσης να υπερβαίνει τα 100 στρέμματα και το τίμημά της ορίζεται σε πέντε ευρώ ανά στρέμμα.
Μέχρι την έναρξη ισχύος του Ν.4061/2012, οι αρμόδιες υπηρεσίες των Περιφερειακών Ενοτήτων, μίσθωναν σε κτηνοτρόφους διαθέσιμους κτηνοτροφικούς κλήρους, διαθέσιμες μεμονωμένες εποικιστικές εκτάσεις καθώς και κτηνοτροφικούς κλήρους που δεν γίνονταν πλέον χρήση τους από αποκαταστημένους κτηνοτρόφους σύμφωνα με την αριθμ. 95/19.5.1975 Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου (ετήσια μίσθωση ακινήτων για καλλιέργεια με αποφάσεις Νομαρχών), το άρθρ. 257 του Αγροτικού Κώδικα (μονοετής μίσθωση αγροτικών ακινήτων) και το άρθρ. 32 του Κτηνοτροφικού Κώδικα (αναλογική εφαρμογή της αγροτικής νομοθεσίας στην κτηνοτροφία). Οι μισθώσεις αυτές, στην περίπτωση των κτηνοτρόφων, είχαν ως σκοπό την κάλυψη των στρεμματικών εκτάσεων για βόσκηση καθώς και την κάλυψη της Ενιαίας Ενίσχυσης και για το λόγο αυτό υπερέβαιναν στη συντριπτική τους πλειοψηφία το όριο των 100 στρεμμάτων.
Επειδή το όριο των 100 στρεμμάτων που τίθεται στο άρθρ. 36 του Ν. 4061/2012 είναι μικρό για ακίνητα που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για βόσκηση και δεν καλύπτει τις απαιτήσεις της Ενιαίας Ενίσχυσης, ενώ η διαδικασία για τη μίσθωση εκτάσεων πέραν των 100 στρεμμάτων θα δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στους κτηνοτρόφους, όπως αντιδικίες, καθυστερήσεις, πρόσθετο κόστος κλπ. Επειδή το τίμημα των πέντε ευρώ ανά στρέμμα είναι πολύ υψηλό, ιδιαίτερα στις σημερινή συγκυρία και με δεδομένο ότι για τη χρήση αντίστοιχων ακινήτων από αποκαταστημένους κτηνοτρόφους, με την αριθμ. 3287/127664/17.12.2012 απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων έχει καθοριστεί τίμημα που κυμαίνεται από 0,5 έως 1,5 ευρώ ανά στρέμμα ανάλογα με την βοσκοϊκανότητα της έκτασης. Επειδή το ζήτημα είναι εξαιρετικά σοβαρό στην Ήπειρο, που αποτελεί την κατεξοχήν κτηνοτροφική περιοχή της χώρας, έχει επισημανθεί από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς (αρμόδιες υπηρεσίες, κτηνοτροφικούς συλλόγους κλπ) και υφίσταται άμεση ανάγκη αντιμετώπισής του, λόγω και της δεδομένης πρόθεσης της Πολιτείας να στηρίξει την ελληνική κτηνοτροφία, ερωτάται ο κ. Υπουργός:
1.Για ποιους λόγους, στη μεταβατική περίοδο των τριών ετών, έχει προβλεφθεί στο άρθρ. 36 του Ν. 4061/2012 το μικρό όριο των 100 στρεμμάτων και το υψηλό τίμημα των πέντε ευρώ ανά στρέμμα, για την απ’ ευθείας παραχώρηση ακινήτων για βόσκηση, στους κατά κύριο επάγγελμα κτηνοτρόφους;
2. Σε ποιες ενέργειες προτίθεται να προβεί (τροποποίηση νόμου, διοικητική παρέμβαση κλπ), προκειμένου να αντιμετωπισθούν άμεσα τα σοβαρά προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί από την εφαρμογή του Ν. 4061/2012 για τη μίσθωση σε κατά κύριο επάγγελμα κτηνοτρόφους, ακινήτων που προορίζονται για βόσκηση;».